Οι παλιότεροι θα θυμούνται ότι γύρω στα 1991 είχε πυροδοτηθεί στη χώρα μας μια τεράστιων διαστάσεων αντίδραση στη δημιουργία κράτους της Δημοκρατίας της Μακεδονίας μέσα από τις στάχτες της υπό διάλυση Γιουγκοσλαβίας. Την αντίδραση αυτή την είχε ενορχηστρώσει ο ρωσόδουλος Ανδρέας Παπανδρέου και του είχαν πρόθυμα δώσει χέρι βοήθειας οι κάθε λογής ντόπιοι σοβινιστές, ενώ σχεδόν σύσσωμο το πολιτικό σύστημα και τα κόμματα είχαν στοιχηθεί πίσω από τη γραμμή που είχε χαράξει ο αρχηγός τους. Διακηρυγμένος στόχος όλων αυτών ήταν η απάλειψη του ονόματος Μακεδονία από τη γειτονική μας χώρα, αλλά κρυφός στόχος των εμπνευστών αυτής της πολιτικής ήταν η αποκοπή της από τη Δύση (ΕΕ-ΝΑΤΟ), που ήθελε να αναγνωρίσει τη χώρα με το όνομά της, και η απορρόφησή της από τη Ρωσία και τον καθοδηγούμενο από αυτήν «ορθόδοξο» άξονα στα Βαλκάνια (Σερβία-Βουλγαρία- Ελλάδα). Είναι χαρακτηριστικό ότι τότε, όπως και σήμερα όλοι αυτοί που έσκιζαν τα ρούχα τους και οργάνωναν διαδηλώσεις ενάντια στη Δύση όταν αυτή ήθελε να αναγνωρίσει τη γειτονική χώρα με το όνομά της, το βούλωναν όταν την αναγνώριζε με το όνομα της η Ρωσία και η σύμμαχός της Κίνα!
Η ΟΑΚΚΕ είχε από την πρώτη στιγμή αποκαλύψει τη βαθύτερη αιτία του εθνικού πυρετού στο μακεδονικό διατυπώνοντας τη θέση ότι το όνομα ήταν μόνο το πρόσχημα, το εργαλείο, για να πιεστεί η Δημ. της Μακεδονίας να ξεκοπεί από την Ευρώπη και να ακολουθήσει το φιλορώσικο δρόμο. Είχε μάλιστα πει ότι σε περίπτωση που συνέβαινε το τελευταίο, οι αντιρρήσεις για το όνομα σταδιακά θα έφευγαν από το προσκήνιο και οι δύο χώρες θα γίνονταν φίλες, όσο βέβαια μπορούν να γίνουν πραγματικά φίλες μεταξύ τους χώρες υποτελείς σε έναν κοινό δυνάστη.
Από τότε το ζήτημα της ονομασίας άλλοτε εμφανιζόταν στο προσκήνιο έντονα και άλλοτε έμπαινε σε δεύτερη ή και σε τρίτη μοίρα, χωρίς όμως ποτέ να χάνεται από την πολιτική ζωή. Όσο η Δημοκρατία της Μακεδονίας δεν γινόταν δεκτή στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ δυνάμωναν οι θέσεις της Ρωσίας και της συμμάχου της Κίνας στη χώρα που την είχαν αναγνωρίσει με το όνομά της, ενώ σταδιακά οι περισσότερες χώρες στον κόσμο την αναγνώρισαν με το συνταγματικό όνομά της και τελικά και οι ΗΠΑ. Μόνο η Ευρώπη και το ΝΑΤΟ, δεν την αναγνώριζαν με το όνομά της εξαιτίας του ελληνικού βέτο. Στο διάστημα αυτό ωστόσο η Ελλάδα σαν κράτος δεν μπορούσε να αρνηθεί εντελώς στη γειτονική χώρα το δικαίωμα να έχει εμπορικές και διπλωματικές σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο οπότε αναγκάστηκε να δεχτεί ένα όνομα που ονομάστηκε προσωρινό. Έτσι το ρωσόφιλο στην ηγεσία του ελληνικό πολιτικό σύστημα προχώρησε στην πρώτη μικρο-υποχώρηση για το όνομα: από την απόλυτη άρνηση (συμβούλιο πολιτικών αρχηγών υπό την προεδρία του Καραμανλή του Α το 1992) του όρου Μακεδονία και το φασιστικό οικονομικό εμπάργκο του Α. Παπανδρέου στη μικρή αυτή χώρα, περάσαμε στην αποδοχή προσωρινού ονόματος που περιείχε τη λέξη Μακεδονία, δηλαδή του ονόματος Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, στα αγγλικά FYROM (Ενδιάμεση Συμφωνία επί τελευταίας πρωθυπουργίας Ανδρέα Παπανδρέου).
Όταν το 2008 η Δημοκρατία της Μακεδονίας θέλησε να μπει στο ΝΑΤΟ με το όνομα FYROM η Ελλάδα της κυβέρνησης Καραμανλή απάντησε ότι μόνο με οριστικό όνομα μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο και έτσι για μια ακόμα φορά απέκλεισε τη χώρα από το ΝΑΤΟ. Έτσι αποδείχτηκε ότι το όνομα Μακεδονία δεν «είναι η ψυχή μας» αφού το συνθετικό Μακεδονία κάνει για όλες τις άλλες δουλειές της γειτονικής χώρας εκτός από το να συμμετέχει στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με το ότι η Ελλάδα δεν ενοχλήθηκε ποτέ από τους αυξανόμενους δεσμούς της συγκεκριμένης χώρας με την όλο και πιο αγαπητή φίλη μας ορθόδοξη Ρωσία που την αναγνωρίζει με το ανθελληνικότατο σκέτο Μακεδονία, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μάλλον η ψυχή μας, δηλαδή η ψυχή του πολιτικού συστήματος που διαμορφώνει την κοινή γνώμη είναι απλά αντιδυτική και φιλορώσικη.
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι την ίδια χρονιά 2008 που η κυβέρνηση Καραμανλή έβαζε το βέτο στο ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, έκανε αποδεκτή για πρώτη φορά σε μια μόνιμη ονομασία, τη δυνατότητα χρήσης του συνθετικού Μακεδονία οπότε και την άρση του βέτο, αρκεί το μακεδονικό συνθετικό να έφερε «γεωγραφικό προσδιορισμό» και να χρησιμοποιούνταν «έναντι όλων». Αυτή η μικρο-υποχώρηση έγινε στη συνέχεια η νέα εθνική θέση στη χώρα μας. Όμως τότε η κυβέρνηση Γκρούεφσκι δεν συζητούσε μια τέτοια λύση, οπότε η νέα θέση δεν είχε επίπτωση στο βέτο. Τώρα που η κυβέρνηση Ζάεφ της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, για τους λόγους που θα εξετάσουμε παρακάτω, δέχεται τη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό προκειμένου να αρθεί το βέτο, ο ίδιος αυτός Καραμανλής έβαλε σε κάποια αμφισβήτηση τη σύνθετη ονομασία και πρακτικά συντάχθηκε με τα συλλαλητήρια. Αυτό δεν σημαίνει ότι έπαψε αυτή να είναι η νέα εθνική θέση, αλλά απλά ότι ο ρωσόδουλος Καραμανλής έχει αναλάβει αυτή τη φορά να παίζει έναν άλλο, πιο αντιπολιτευτικό ρόλο μέσα στη νέα διαπραγμάτευση για την άρση του βέτο. Δεν υπάρχουν εθνικές θέσεις στο ονοματολογικό. Υπάρχει μόνο το αντι-Νατοϊκό (και δευτερευόντως το αντι-ΕΕ) βέτο και οι ονοματολογικές αλλαγές που το υπηρετούν.
Τις αλλαγές αυτές τις λέμε μικρο-υποχωρήσεις γιατί όλα αυτά τα ονόματα αποτελούν όχι μόνο μορφές βίαιης και ταπεινωτικής άρνησης του ονόματος που έχει δώσει ένας λαός στη χώρα του και το οποίο η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών της γης αναγνωρίζει, αλλά κυρίως σημαίνουν, όπως θα δούμε παρακάτω σε αυτό το άρθρο, την άρνηση της εθνικής του ύπαρξης και υπόστασης. Σε αυτήν την άρνηση η Ελλάδα συμπαρατάσσεται απόλυτα με τη Βουλγαρία και τη Ρωσία, παρόλο που αυτές δεν έχουν κανένα πρόβλημα στο να αναγνωρίσουν το όνομα του κράτους. Αυτή η βαθύτερη διάσταση ξεπερνάει κατά πολύ το ζήτημα της ένταξης της χώρας στην στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, και αφορά την κρατική της ακεραιότητα, ενότητα και ανεξαρτησία.
Μόνο μέσα από αυτό το στρατηγικό πρίσμα μπορεί να καταλάβει κανείς αυτή τη διαρκώς ανανεούμενη και πάντα αμφίβολη ελληνική «ευελιξία» και «ρευστότητα» καθώς και τη διαρκώς αναθερμαινόμενη εσωτερική κομματική διένεξη, κυρίως θεατρική πλέον, γύρω από την «ονοματολογία».
Πάλι το όνομα στο προσκήνιο λόγω ΝΑΤΟ
Το «όνομα» μπήκε τώρα ξανά με έντονο τρόπο σαν πρώτο πολιτικό ζήτημα στην ημερήσια διάταξη, γιατί όπως και το 2008, το ΝΑΤΟ θα αποφασίσει πάλι και συγκεκριμένα τον Ιούλη για το αίτημα της ένταξης, που το έχει υποβάλει αυτή η φορά η κυβέρνηση Ζάεφ. Όπως και το 2008 η Ρωσία δεν θέλει με τίποτα να μπει η γειτονική χώρα στο ΝΑΤΟ, γιατί αν μπει, η διαδικασία απορρόφησής της στο «ορθόδοξο τόξο» που ήδη και με αρκετή επιτυχία έχει ξεκινήσει χάρη στις αλβανικές επιθετικές πιέσεις και στα διαρκή ελληνικά αντιευρωπαϊκά βέτο, δεν θα ενισχυθεί αλλά θα ανακοπεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Ήδη η Ρωσία, που έχει από το 2014 δηλώσει ότι η ένταξη της Δημ. της Μακεδονίας, όπως και του Μαυροβουνίου στο ΝΑΤΟ αποτελεί προβοκάτσια, προσπαθεί να ξεσηκώσει μένος στη γειτονική χώρα ενάντια σε μια συμφωνία για την ένταξη στο ΝΑΤΟ λέγοντας ανάμεσα στα άλλα (http://www.mid.ru/en/press_service/minister_speeches/-/asset_publisher/7OvQR5KJWVmR/content/id/3018203) με το στόμα του Λαβρόφ ότι: «Η επιτάχυνση των συνομιλιών για το όνομα μεταξύ των αρχών στη Μακεδονία και στην Ελλάδα σχετίζεται με την επιθυμία των ΗΠΑ να βάλουν τη Μακεδονία στο ΝΑΤΟ… και εφόσον η Ελλάδα είναι ήδη στο ΝΑΤΟ, δεν της προτείνεται να κάνει υποχωρήσεις, σε αντίθεση με τη Μακεδονία την οποία πρέπει να εντάξουν στο ΝΑΤΟ». Εδώ αυτό που λέει ουσιαστικά ο Λαβρόφ είναι ότι το ΝΑΤΟ θέλει με το ζόρι να κάνει τη χώρα μέλος του αρνούμενος με θράσος το γεγονός ότι η ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι πάγια θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, κρύβει ότι ήταν η κυβέρνηση Ζάεφ που έκανε στο ΝΑΤΟ την αίτηση να ξανασυζητήσει το ζήτημα της ένταξης και καλεί τη Δημοκρατία της Μακεδονίας να μην υποκύψει στις πιέσεις του ΝΑΤΟ, δηλαδή να μην αλλάξει το όνομά της, αφού η Ελλάδα όντας στο ΝΑΤΟ δεν έχει λόγους να υποχωρήσει. Δηλαδή ενθαρρύνει την Ελλάδα να μην υποχωρήσει . «Σε όποια ονομασία και αν καταλήξουν η Ελλάδα και η Μακεδονία για τη Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, εάν αυτή αποφασισθεί επίσημα και επικυρωθεί στο σύνταγμα των Σκοπίων, ασφαλώς και όλοι θα την αναγνωρίσουν. Όμως την ουσία των όσων συμβαίνουν, ελπίζω ότι όλοι την αντιλαμβάνονται και συνίσταται στο εξής: στην περίπτωση αυτή το θέμα δεν είναι να ληφθούν υπ′ όψιν κάποια γενικά και ιδιαίτερα γνωρίσματα των δύο γειτονικών λαών, αλλά το να κάνουν τη μια από τις χώρες αυτές οπωσδήποτε μέλος του ΝΑΤΟ». Σημειώνουμε εδώ ότι ο ελληνικός λαός δεν έμαθε ποτέ τη δήλωση του Λαβρόφ όπως έγινε και όπως την αναφέρουμε, γιατί το κυβερνητικό ΑΠΕ, από όπου όλο το ίντερνετ πήρε τη σχετική είδηση, έκρυψε ότι ο Λαβρόφ αποκάλεσε τη γειτονική χώρα τρεις φορές Μακεδονία, πλαστογραφώντας και τις τρεις το «Μακεδονία» σε «Σκόπια». Αφότου η ΟΑΚΚΕ έκανε την καταγγελία, υπήρξε άλλη μία (http://ellinikahoaxes.gr/2018/01/18/poutin-pernoume-piso-tin-anagnorisi-tis-pgdm-os-makedonia/), αλλά κανένα ΜΜΕ και κανένα κόμμα δεν διόρθωσετην ενημέρωσή του στο λαό. Δηλαδή οι εγκάθετοι του Πούτιν στην Ελλάδα ηγέτες όλων των πολιτικών κομμάτων επέτρεψαν στο αφεντικό τους τη Ρωσία να κάνει το φίλοστη γειτονική χώρα αποκαλώντας την Μακεδονία, αλλά για να μη θυμώσει ο λαός της υποτελούς του Ελλάδας δέχτηκαν την πλαστογραφία του ΑΠΕ.
Η ένταξή της Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ δεν οφείλεται σε κάποια ειδική ΝΑΤΟφιλία του λαού της, αλλά γιατίπεριμένει ότι μέσα από αυτήν θα μπορεί να γλυτώσει κυρίως από το διαμελισμό που επιδιώκουν οι αλβανοί σοβινιστές, και λιγότερο από την ενσωμάτωση στη Βουλγαρίαπου επιδιώκουν, αλλά προς το παρόν κρύβουν αρκετά οι Βούλγαροι σοβινιστές.
Το ερώτημα που πρέπει ωστόσο να απαντηθεί είναι γιατί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται τόσο παθιασμένη να βρεθεί αυτή τη φορά μια λύση με σύνθετη ονομασία την ώρα που επίσης η κυβέρνηση της γειτονικής χώρας, η κυβέρνηση Ζάεφ αποδέχεται τη σύνθετη ονομασία, και μάλιστα οι δυο κυβερνήσεις έχουν μεταξύ τους άριστες και όλο και πιο θερμές σχέσεις; Δηλαδή η κυβέρνηση Τσίπρα ρισκάρει ή θέλει να μπει η γειτονική χώρα στο ΝΑΤΟ μέχρι του σημείου να δυσκολεύει τη σχέση της με τον Καμμένο ενώ προηγούμενα είχε ενθαρρύνει υπουργούς της σαν τον Μουζάλα, ή φίλους της σαν τον δήμαρχο της Θεσσαλονίκης Μπουτάρη να αποκαλούν τη γειτονική χώρα ακόμα και σκέτη Μακεδονία για να εξοικειώνουν την κοινή γνώμη με μια άλλη λογική; Τέλος γιατί γεννάει ο Τσίπρας τέτοιες ελπίδες στη γειτονική χώρα και τέτοιες ελπίδες στο ΝΑΤΟ, αλλά και στην ΕΕ που επίσης θέλει την ένταξη της, αν πρόκειται αύριο να υπαναχωρήσει στο όνομα και να πει τα αντίθετα;
Όλο το ζήτημα με το όνομα αυτή τη φορά είναι η εγχείρηση στο VMRO
Η εξήγηση της «ειρηνόφιλης», «διαλλακτικής» και φαινομενικά «φιλονατοϊκής» γραμμής Τσίπρα βρίσκεται στην εσωτερική διαμάχη στη Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Την αλλαγή του ονόματος της χώρας την έχει δεχτεί το σε γενικές γραμμές ευρωπαιόφιλο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και ο αρχηγός του και πρωθυπουργός Ζάεφ που σύμφωνα με την πολιτική του συμπεριφορά λειτουργεί σαν ρωσόφιλος μεταμφιεσμένος σε ευρωπαίο, όπως ήταν πχ παλιότερα ο Σημίτης ή τώρα ο ομόλογός του Τσίπρας. Αυτήν την αλλαγή του ονόματος δεν την έχει δεχτεί η αντιπολίτευση του VMROστο οποίο παρά την αλλαγή ηγεσίας ουσιαστικός ισχυρός άνδρας παραμένει ο Γκρούεφσκι, όπως ισχυρή μένει και η γραμμή του και μάλιστα πλειοψηφική στη χώρα για μη αλλαγή του ονόματος. Το ότι αυτή η γραμμή είναι πλειοψηφική στη χώρα το αποδεικνύει το γεγονός ότι ο Ζάεφ δεν θέλει δημοψήφισμα για το όνομα, αλλά μεγάλη εθνική συμφωνία στη Βουλή, δηλαδή συμφωνία με όλο το VMROή με διάσπασή του. Έτσι το ζήτημα του ονόματος έχει γίνει αυτή τη στιγμή εργαλείο του Ζάεφ για να κάνει τον εξής εκβιασμό στο μακεδονικό λαό: «Ή δεχόσαστε τη σύνθετη ονομασία, τώρα που έχουμε μαζί μας μια διαλλακτική και μάλιστα φιλική κυβέρνηση στην Ελλάδα, τα βρίσκουμε μαζί της στο όνομα και μπαίνουμε στο ΝΑΤΟ και στη συνέχεια στην ΕΕ, ή αφήνετε τους διεφθαρμένους εθνικιστές του Γκρούεφσκι να σας οδηγούν στην απομόνωση από τη Δύση και τελικά στη διάσπαση και διάλυση του κράτους. Βοηθήσετε λοιπόν εμάς τους πολύ πιο ευρωπαιόφιλους και ιδεολογικά πιο δυτικόφιλους Σοσιαλδημοκράτες να μείνουμε στην εξουσία και να εκκαθαρίσουμε σε βάθος το μακεδονικό κράτος από τους βαθιά ριζωμένους σε αυτό εθνικιστικούς μηχανισμούς του VMRO».
Αυτός δεν είναι ένας εκβιασμός μόνο από το εσωτερικό της χώρας, είναι κυρίως ένας εκβιασμός από το εξωτερικό, δηλαδή και από την ΕΕ με το ρώσικο ντουέτο Μογκερίνι-Γιουνκέρ, και κυρίως από το πιο σημαντικό για τη Δημοκρατία της Μακεδονίας ΝΑΤΟ.
Αν κρίνουμε από τη μονόπλευρη πελώρια πίεση που ήδη ασκεί το ΝΑΤΟ στο VMRO νομίζοντας ότι έτσι θα βρει λύση για το όνομα, οπότε θα αντιμετωπίσει τη ρώσικη διείσδυση στα Βαλκάνια γενικότερα και στη Δημ. της Μακεδονίας ειδικότερα, η μυωπική Δύση θα παίξει για μια ακόμα φορά το ρώσικο παιχνίδι. Αυτό που θα πετύχει θα είναι να εξοντώσει το πιο φιλικό της κομμάτι μέσα στο VMRO, εκείνο του Γκρούεφκσι, που στην περσινή κρίση νικημένο στις εκλογές και σε σύγκρουση με ένα Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που είχε μαζί του την ΕΕ, απάντησε με ένα ηχηρό «όχι» στην πρόσκληση της Μόσχας να συμμαχήσει μαζί της κατά του ΝΑΤΟ λέγοντας ότι επιμένει να μπει η χώρα στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Τώρα η Δύση συμμαχεί με τον Ζάεφ ενάντια σε αυτό ακριβώς το φιλοδυτικό και λιγότερο ρωσόφιλο κομμάτι του μακεδονικού εθνικισμού.
Ως τώρα το VMROτου Γκρούεφσκι δεν υποκύπτει σε αυτόν τον εκβιασμό και δεν δέχεται αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας της χώρας, ενώ καταγγέλλει και την κλειστή διαδικασία με προσωπικές συναντήσεις με την ελληνική κυβέρνηση που ακολουθεί η κυβέρνηση Ζάεφ, (http://english.republika.mk/mickoski-i-and-vmro-dpmne-are-against-changing-the-name-and-identity-of-the-nation/), ενώ ο Μίτσκοσκι, ο διάδοχος του Γκρούεφσκι φαίνεται να στηρίζεται μόνο από το μισό του κόμμα, πράγμα που δείχνει ότι ο Zάεφ έχει τουλάχιστον αντικειμενικούς συμμάχους μέσα στο VMRO(http://www.balkaninsight.com/en/article/macedonia-s-opposition-struggles-to-consolidate-mp-ranks-01-11-2018), Το αληθινά δύσκολο βέβαια για το VMRO δεν είναι μόνο να μην υποχωρήσει στο όνομα, αλλά να μην υποταχτεί και στη Ρωσία που παριστάνει την αδιάλλακτη στο ζήτημα του ονόματος, ενώ δεν κρύβει τον αντιμακεδονισμό της στο βαθύτερο ζήτημα του έθνους.
Εννοείται ότι αν από την άλλη το VMROτου Γκρούεφσκι υποχωρήσει στον εκβιασμό του Ζάεφ, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ θα μπει σε ανοικτή εσωτερική κρίση η οποία θα εξελιχθεί σε διάσπαση από όπου ενισχυμένοι θα βγουν οι ρωσόφιλοι μέσα και έξω από το VMRO οι οποίοι εμφανίζονται σαν οι πιο απόλυτα αδιάλλακτοι και ήδη δηλώνουν μέσω εθνικιστικών ομάδων, ιδιαίτερα στο εξωτερικό, ότι δεν αξίζει η χώρα να μπει σε ένα ΝΑΤΟ και μια ΕΕ που ποδοπατούν το όνομα και την εθνική της συνείδηση.
Αν το VMROδεν υποχωρήσει ούτε στη Δύση, ούτε στη Ρωσία, η πίεση σε αυτό από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, που πια βρίσκεται κάτω από την ηγεσία του ρωσόφιλου Τραμπ, θα γίνει αφόρητη, ιδιαίτερα με την αξιοποίηση του αλβανικού εθνοσοβινιστικού διασπαστικού παράγοντα, αλλά και με την αξιοποίηση του βουλγάρικου μεγαλοκρατικού σοβινισμού με τους οποίους έχει τους στενότερους δεσμούς του ο Ζάεφ. Αυτό που κάνουν η κυβέρνηση Τσίπρα, το νέο ΠΑΣΟΚ, το ψευτοΚΚΕ και ο Μητσοτάκης, υψώνοντας ψηλά όσο ποτέ το λάβαρο της σύνθετης ονομασίας του Βουκουρεστίου, είναι να λένε στην ΕΕ και στις ΗΠΑ: «Εμείς θέλουμε μια λύση κάνοντας μια πολιτική θυσία απέναντι στις εθνικές ευαισθησίες του λαού μας, στους συμμάχους μας στην κυβέρνηση και στις πιο δεξιές τάσεις της νεοδημοκρατικής αντιπολίτευσής μας. Ώρα λοιπόν και σεις να πιέσετε αποφασιστικά τους εθνικιστές του VMRO να υποχωρήσουν. Μην χάσετε την ευκαιρία. Δεν θα μπορούμε επ άπειρον να κρατάμε τον Καμμένο να μην ρίξει την διαλλακτική κυβέρνηση Τσίπρα, ούτε τον Ιερώνυμο να στέκεται μακρυά από τα συλλαλητήρια, ούτε ακόμα περισσότερο να εμποδίζουμε τον Καραμανλή και το Σαμαρά να ρίξουν το διαλλακτικό Μητσοτάκη».
Όλοι οι παραπάνω πολιτικοί παράγοντες «διαλλακτικοί» και «αδιάλλακτοι» μοιράζονται στην πραγματικότητα ρόλους . Ήδη οι «αδιάλλακτοι» έδωσαν μια σημαντική παράσταση στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, που αποδεχόμενο στους κόλπους του ανοιχτά τους χρυσαυγίτες, απέδειξε όχι απλά τη φασιστική αλλά και τη φιλοναζιστική του φύση. Εννοείται ότι οι ίδιοι είναι κατάλληλοι να παίξουν και το ρόλο των πολύ οργισμένων στην απίθανη περίπτωση που το VMROυποχωρήσει τόσο πολύ στο όνομα ώστε η γειτονική χώρα να κινδυνεύσει να μπει στο ΝΑΤΟ. Τότε θα κάνουν τόση φασαρία ώστε ΕΕ και ΝΑΤΟ θα αναγνωρίσουν ότι ο Τσίπρας δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο από το να γίνει κι αυτός λίγο αδιάλλακτος οπότε η όποια συμφωνία θα χαλάσει.
Οι αμοιβαίες εκκαθαρίσεις των εθνικιστικών και ευρωπαιόφιλων κομμάτων πάγια μέθοδος διείσδυσης και κυριαρχίας της ρώσικης υπερδύναμης.
Αυτό το έργο των εσωτερικών πολιτικών εκκαθαρίσεων, που το ζει τελευταία με πιο μεγάλη ένταση και σε πολύ πιο πυκνό χρόνο η Δημοκρατία της Μακεδονίας, το έχουμε ξαναδεί να εκτυλίσσεται σε χρόνο δεκαετιών στην Ελλάδα. Έχουμε δει δηλαδή το πως αρχικά οι ρωσόφιλοι χρησιμοποίησαν τους εθνικιστές του ΠΑΣΟΚ για να εγχειρίζουν τη ΝΔ και το νεοδημοκρατικό μεταχουντικό κράτος. Μετά το 1985 είδαμε πως χρησιμοποίησαν την ως τότε δυτικόφιλη ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη και τον ψευτοευρωπαίο Σημίτη για να εκκαθαρίσουν το κράτος και το αρχικά εθνικιστικό στο στελεχικό του μηχανισμό ΠΑΣΟΚ από τους αυτοδυναμικούς εθνικιστές αρχικά του Κουτσόγιωργα, και μετά των Αρσενικών, των Τσοχατζοπουλικών, των «Λοχαγών» κλπ. Μετά από όλες αυτές τις αμοιβαίες εκκαθαρίσεις μεταξύ εθνικιστών και ευρωπαιόφιλων που συνεχίστηκαν για 35 χρόνια, στην ηγεσία της ΝΔ βρέθηκαν οι ρωσόδουλοι Καραμανλής ο Β και ο Σαμαράς και τελικά το φιλόδοξο δυτικοφανές άθυρμά τους, ο ασπόνδυλος Μητσοτάκης, ενώ στο καταμαδημένο ΠΑΣΟΚ των μικροαστών που εκτελούσαν χρέη αστικής τάξης αληθινός αρχηγός βρέθηκε τελικά ο ραδιούργος και πάντα ρωσόδουλος Λαλιώτης πίσω από το άθυρμα του που λέγεται Γεννηματά. Παντού αυτές οι εκκαθαρίσεις διεκπεραιώθηκαν μέσω επιλεκτικών υπαρκτών και ανύπαρκτων σκανδάλων. Παντού ο φασισμός, ιδιαίτερα στα χρόνια των Πούτιν και των Σι, έρχεται στην εξουσία κυρίως μέσα από την πάλη ενάντια στη διαφθορά, η οποία στην ουσία καταργεί την πολιτική πάλη πάνω στα μεγάλα ορατά ζητήματα που αφορούν πολιτικές γραμμές, κόμματα και τάξεις και την αντικαθιστά με αστυνομικού τύπου εκκαθαρίσεις πολιτικών προσώπων είτε αυτά είναι, είτε δεν είναι ένοχα οποιασδήποτε πράξης διαφθοράς. Και μόνο το γεγονός ότι ο φίλος του πράκτορα Τσίπρα Ζάεφ έρχεται στην εξουσία διεκδικώντας την πολιτική εξόντωση και φυλάκιση μέσω σκανδάλων των βασικών αντιπάλων του μέσα στο VMROμας πείθει ότι η πολιτική του είναι φασιστική και ξέρουμε καλά ότι το κέντρο του φασισμού σήμερα στα Βαλκάνια και στον κόσμο είναι ένα: η πουτινική Ρωσία. Αν ο Ζάεφ σταθεροποιηθεί στην εξουσία και το VMRO εκκαθαριστεί από τους αληθινούς αντιπάλους του μέσα σε αυτό θεωρούμε πολύ πιθανό ότι μετά από αυτό θα παρακολουθήσουμε την εκκαθάριση του δικού του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος με τη βοήθεια των αγανακτισμένων και πιθανά χειρότερων στοιχείων του εκκαθαρισμένου VMRO που εύκολα θα το κατηγορούν για την προδοτική σύμπλευση με ΕΕ και ΝΑΤΟ στο όνομα. Θεωρούμε ήδη ότι το ρεύμα του VMROπου έκανε την αιματηρή επίθεση στη Βουλή κατά του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος στην περσινή κρίση, για να εμποδίσει το σχηματισμό της κυβέρνησής του είναι τέτοιας φασιστικής κοπής.
Αυτή η μέθοδος αλληλοεκκαθάρισης είναι ρώσικη πατέντα και την έχουμε ονομάσει «αμοιβαίο ξεψείρισμα πιθήκων»
Σε ότι αφορα την ίδια τη Ρωσία αυτή δεν χάνει όσο δεν αποκαλύπτεται το διπλό της παιχνίδι να μπαίνει και στους δύο πόλους και να παροξύνει κάθε οξυμένη αντίθεση μεταξύ των εχθρών της τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Όπως λοιπόν στην Ελλάδα η Ρωσία έπαιζε πάντα με δύο γραμμές εναλλάξ ή και ταυτόχρονα παίρνοντας το μέρος της εθνικιστικής ενάντια στη φιλοευρωπαϊκή και το αντίστροφο, έτσι και στη Δημοκρατία της Μακεδονίας η Ρωσία εμφανίζεται κυρίως σαν φίλος του εγχειριζόμενου εθνικιστικού VMROενώ από την άλλη βάζει τους ανθρώπους της μέσα στο γενικά φιλοευρωπαϊκό αντιεθνικιστικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα να εγχειρίζουν το VMRO για λογαριασμό της. Στην Ελλάδα, που πια ελέγχει τις πολιτικές της ηγεσίες, κάνει το αντίστοιχο. Βάζει τους εθνοφασίστες ΧΑ, ΑΝΕΛ, Σαμαρά καθώς και το ρώσικο ντουέτο Καραμανλή και Σαββίδη (ΠΑΟΚ) να παίζουν τον πατριώτη, που τάχα δεν υποκύπτει στις πιέσεις των Νατοϊκών να υποχωρήσει η Ελλάδα στους «Σκοπιανούς», ενώ από την άλλη αναθέτει στους «ευρωπαίους και νατοϊκούς» Τσίπρα, Μητσοτάκη, Γεννηματά να συνεργάζονται με τους Ζάεφ και Σία για να στέλνουν το εξουθενωμένο VMROστην αγκαλιά της Ρωσίας.
Στην προκειμένη περίπτωση πάντως, όσο και αν είναι αντιδραστικοί και ανόητοι οι Γκρούεφσκι όταν ισχυρίζονται ότι το νέο σλάβικο μακεδονικό έθνος είναι ιστορικός απόγονος των αρχαίων Μακεδόνων, θεωρούμε πολύ περισσότερο και μάλιστα ποιοτικά πολύ πιο αντιδραστικούς τους «αντιεθνικιστές» επικεφαλής του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος που είναι πρόθυμοι να πουλήσουν το δίκιο του λαού και του έθνους τους στο ζήτημα του ονόματος, όχι για να βρουν έστω μιας αμφίβολης ισχύος διέξοδο προς την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, αλλά για να εξοντώσουν την αντιπολίτευσή τους και ταυτόχρονα να κλείσουν και αυτήν την αμφίβολη διέξοδο.
Ακόμα χειρότερα για να πετύχουν τους στόχους τους ο Ζάεφ και οι σύμμαχοί του μέσα στο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ευνοούν τους χειρότερους εκβιαστές τους, τους εγκάθετους της Μόσχας πολιτικούς ραδιούργους που έχουν τη διακομματική εξουσία στην Αθήνα και που τους εμπόδισαν τόσα χρόνια να γίνουν μια ανεξάρτητη, ενιαία και ουσιαστικά κυρίαρχη χώρα που διαλέγει τους φίλους και τους συμμάχους της. Δηλαδή ο Ζάεφ κατηγορεί σαν κύριο υπεύθυνο της μη εισόδου στο ΝΑΤΟ της χώρας του όχι τον ελληνικό σοβινισμό που θέλει να αλλάξει το όνομα της χώρας του, αλλά το VMROπου δεν θέλει να το αλλάξει. Για να κάνει αυτή την προδοσία πατάει στο εθνοσοβινιστικό κουσούρι του VMROγια να το απομονώσει και να το εκθέσει διεθνώς.
Η ελληνική ψευτοαριστερά στέλνει τη Δημοκρατία της Μακεδονίας στη Ρωσία μέσω του βουλγάρικου σοβινισμού. Η μεγαλύτερη προδοσία της
Αυτή η στάση ωστόσο του Ζάεφ και άλλων στελεχών του απέναντι στον ελληνικό σοβινισμό και στους εκβιασμούς της κυβέρνησης Τσίπρα ενάντια στη χώρα του, δεν είναι κατά τη γνώμη μας ούτε η πιο επικίνδυνη ούτε η πιο σκοτεινή. Η πιο επικίνδυνη και πιο σκοτεινή είναι η φιλία του με το βουλγάρικο μεγαλοκρατικό σοβινισμό ο οποίος θέλει από πάντα να καταπιεί τη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Πιστεύουμε ότι η Ρωσία θέλει να απορροφήσει τη Δημοκρατία της Μακεδονίας κυρίως μέσω των σοβινιστών αλλά και πολλών ψευτοευρωπαίων της Βουλγαρίας που είναι ρωσόφιλοι, όπως και οι πατεράδες τους σοσιαλφασίστες του Ζίφκοφ. Επίσης ενθαρρύνοντας και αναβιώνοντας τις επεκτατικές βλέψεις της Βουλγαρίας η Ρωσία εξαρτά βαθιά τους βούλγαρους σοβινιστές και σέρνει πίσω της και το πραγματικά φιλοδυτικό τμήμα της βουλγάρικης αστικής τάξης που καθόλου δεν είναι απαλλαγμένο από το μεγαλοκρατικό δηλητήριο. Το μεγαλοκρατικό βουλγάρικο σοβινισμό και τη μανία του να καταλάβει την προπολεμική Μακεδονία, τον είχε χρησιμοποιήσει πριν από τη νεοχιτλερική Ρωσία και η χιτλερική Γερμανία για να φέρει στην εξουσία της Βουλγαρίας τους φασίστες και να τους σύρει στο πλευρό της στον Β Παγκόσμιο πόλεμο.
Γι αυτό το λόγο η Ρωσία δεν αναγνωρίζει το μακεδονικό έθνος ενώ αναγνωρίζει το όνομα του κράτους, όπως εν μέρει κάνουν και οι έλληνες «αριστεροί» πράκτορές της ψευτοΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ που μπορούν να κάνουν κάποια υποχωρησούλα στο όνομα αλλά καμιά απολύτως ως προς τη μη ύπαρξη μακεδονικού έθνους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρώτη αντιμακεδονική εκστρατεία του ελληνικού σοβινισμού το 1992 έφερε στην ηγεσία του VMRO και στην πρωθυπουργία της Δημ. της Μακεδονίας το μεγαλοβούλγαρο και ρωσόφιλο Γκεοργκίεφσκι κόντρα στην εθνοανεξαρτησιακή, δημοκρατική και αντιεθνικιστική γραμμή Γκλιγκόροφ του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Το VMRO έδωσε τότε μεγάλη και μακρόχρονη μάχη μέσα του για να νικήσει τον Γκεοργκίεφσκι και το βουλγάρικο εθνικισμό. Φαίνεται τώρα ότι ο τελευταίος έχει κάνει κάποια μετάσταση στην ηγεσία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η συμφωνία φιλίας και συνεργασίας που υπέγραψε μόλις τώρα με τη Βουλγαρία ο Ζάεφ βρίσκει αντίθετο το VMRO, και σωστά καθώς αυτή η συμφωνία αφήνει ανοιχτά όλα τα ζητήματα αμφισβήτησης του μακεδονικού έθνους από τη Βουλγαρία. Τι είδους φιλία είναι αυτή δύο εθνών που το ένα από τα δύο δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη του άλλου; Και τι σημαίνει το να υπογράφει αυτό το σύμφωνο η Δημ. της Μακεδονίας του Ζάεφ την ώρα που δέχεται εκβιασμό από μια τρίτη χώρα να διαλέξει ένα νέο όνομα που να σημαίνει ότι δεν κατοικείται από ένα ξεχωριστό έθνος, αλλά ότι είναι απλά μια περιοχή του πλανήτη; Το επόμενο βήμα γι αυτούς που λένε ότι δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος είναι να το πουν βουλγάρικο και να δώσουν τη χώρα στη Βουλγαρία, πράγμα για το οποίο μόνο μια φασιστική υπερδύναμη σαν τη Ρωσία μπορεί να δώσει διευκολύνσεις, μεσολαβήσεις κλπ. Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι μια πολύ σαφής ένδειξη ότι η ελληνική κυβέρνηση θέλει την απορρόφηση της Δημ. της Μακεδονίας στη Ρωσία μέσω Βουλγαρίας είναι ότι πρόσφατα το Βουλγάρικο Πατριαρχείο έκανε δεκτό το αίτημα της Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, που υποβλήθηκε πριν δυο μήνες με τη θερμή υποστήριξη του Ζάεφ, να γίνει εκείνο «η Μητέρα Εκκλησία» της μακεδονικής εκκλησίας. Η ελληνική Ιερά Σύνοδος διαμαρτυρήθηκε γι αυτήν την αναγνώριση, κυρίως επειδή ισχυροποιούσε ονοματολογικά τη Δημοκρατία της Μακεδονίας (http://www.eleftherostypos.gr/politiki/169729-i-boulgaria-sto-skopiano-me-prosxima-tin-ekklisia-oi-kindunoi-gia-tin-ellada), αλλά καθόλου δεν ενόχλησε την κυβέρνηση και το υπουργείο εξωτερικών. Αντίθετα η στάση της Ι. Συνόδου εξόργισε τον Κοτζιά ο οποίος γι αυτό το λόγο μίλησε για χρυσαυγιτισμό της εκκλησίας στο μακεδονικό (https://freesunday.gr/politiki/item/17038-to-ekklhsiastiko-problhma-sta-balkania).
Ενώ ο μεγαλοκρατικός βουλγάρικος σοβινισμός στο μακεδονικό εκφράζεται με την άρνηση ύπαρξης του μακεδονικού έθνους, όπως εκφράζεται και ο ελληνικός, είναι πιο επιθετικός στο σημείο αυτό γιατί θέλει να καταπιεί μια ολόκληρη ανεξάρτητη και κυρίαρχη χώρα, ενώ ο ελληνικός σοβινισμός δεν αναγνωρίζει τη μακεδονική εθνική μειονότητα στην Ελλάδα για να μπορεί κυρίως να κρύψει το ιστορικό εθνοεκκαθαριστικό του έγκλημα εναντίον της, και βαθύτερα για να κρύψει τον επεκτατισμό του νεοελληνικού κράτους. Ο ελληνικός αντιμακεδονισμός δηλαδή είναι σήμερα κύρια ιδεολογικός, επειδή έχει ολοκληρώσει χοντρικά το επεκτατικό του όνειρο, ενώ ο βουλγάρικος αντιμακεδονισμός, όπως άλλωστε και ο αλβανικός, είναι ζωντανά επεκτατικός. Τόσο πάντως η μεγαλοβουλγάρικη άρνηση της ύπαρξης μακεδονικού έθνους όσο και η μεγαλο-ιδεάτικη ελληνική είναι το σήμα κατατεθέν των δύο σοβινισμών και ακόμα πιο χαρακτηριστικά των προδοτών του κομμουνισμού στις δύο χώρες.
Όπως το πιο ηρωικό διεθνιστικό σημάδι των ελλήνων κομμουνιστών ήταν η αναγνώριση του μακεδονικού (ή σλαβομακεδονικού) έθνους από το ΚΚΕ, ιδιαίτερα στην εποχή που ήταν αρχηγός τους ο Ν. Ζαχαριάδης, έτσι, ίσως ακόμα περισσότερο, ήταν και το μεγαλύτερο σημάδι του ηρωικού διεθνισμού του βουλγάρικου κομμουνιστικού κόμματος που είχε ηγέτη του τον μεγάλο τριτοδιεθνιστή ηγέτη Δημητρόφ. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η καταστροφή των δύο κομμουνιστικών κομμάτων από το ρεβιζιονισμό και το σοσιαλφασισμό, (και μάλιστα του ελληνικού με την εκτέλεση του αρχηγού του, με τη διαγραφή των εξόριστων στελεχών του και τελικά με τη βίαιη διάλυση του), έγινε παράλληλα με την άρνηση από αυτά της ύπαρξης του μακεδονικού έθνους. Η θέση ότι υπάρχουν μακεδονικές εθνικές μειονότητες και μακεδονικό έθνος άλλαξαν και στο Βουλγάρικο και στο Ελληνικό ΚΚ σταδιακά μετά την άνοδο των Χρουστσόφ-Μπρέζνιεφ στην εξουσία της ΕΣΣΔ και την κυριαρχία στη Βουλγαρία και στην Ελλάδα των ψευτοκομμουνιστών πρακτόρων τους. Στην Ελλάδα έμεινε ξερή και ξεκάρφωτη σε μια σειρά η θέση για μακεδονική εθνική μειονότητα μέχρι και στο 8ο συνέδριο του «Κ»ΚΕ το 1961 (1ο συνέδριο του ψευτοΚΚΕ επί Κολιγιάννη) και εξαφανίστηκε εντελώς στο 9ο συνέδριο (2ο συνέδριο του ψευτοΚΚΕ επί Φλωράκη), ενώ στο βουλγάρικο «Κ»Κ κρατήθηκε ως το 1963 η θέση για μακεδονική εθνική μειονότητα στη Βουλγαρία και ως το 1970 η θέση ότι υπάρχει μακεδονικό έθνος γενικά.
Τελικά για να γίνει πραγματική και ουσιαστική η πάλη στο εσωτερικό της χώρας μας ενάντια σε αυτά τα καταστροφικά ιμπεριαλιστικά παιχνίδια θα πρέπει να παλευτεί και τελικά να γίνει κατανοητή στον ελληνικό λαό η θέση ότι υπάρχει ένα ξεχωριστό νεαρό σλάβικο έθνος, που λέγεται μακεδονικό και ότι δεν το βάφτισε έτσι ο οποιοσδήποτε Τίτο, αλλά πρόκυψε σταδιακά μέσα από τους δικούς του αιματηρούς αγώνες αρχικά ενάντια στην οθωμανική φεουδαρχία και μετά ενάντια στους τρεις σοβινισμούς που το κύκλωναν και ήθελαν να το καταπιούν, τον ελληνικό, το βουλγάρικο και το σέρβικο. Αυτό το νεαρό έθνος το αναγνώρισε η κομμουνιστική Τρίτη Διεθνής το 1934 ενώ η ύπαρξη του έγινε το κεντρικό ενοποιητικό στοιχείο της μακρόχρονης διεθνιστικής μάχης που έδωσαν τα ΚΚ της Βουλγαρίας, της Σερβίας και της Ελλάδας ενάντια στους αντίστοιχους τρεις εθνοσοβινισμούς. Η μεγαλύτερη μάχη που έδωσε αυτό το έθνος για να αποκτήσει κρατική οντότητα ήταν η συμμετοχή του στο σκληρό πόλεμο των λαών της Γιουγκοσλαβίας ενάντια στο ναζισμό, από όπου πήρε το δικαίωμα από όλα τα άλλα έθνη, να σχηματίσει ένα από τα συστατικά ομόσπονδα κράτη της σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας.
Σε αυτό το σύνδεσμο -http://www.revolutionarydemocracy.org/rdv8n2/soslav.htm- μπορεί κανείς να διαβάσει μεταφρασμένο στα αγγλικά ένα απόσπασμα από την ιστορική εισήγηση που έκανε ο Δημητρόφ, γραμματέας της Εκτελεστικής Επιτροπής της Γ΄ Διεθνούς, στο 5ο συνέδριο του ΚΚ Βουλγαρίας το Δεκέμβρη του 1948. Σε αυτήν ο Δημητρώφ υπερασπίζει από πάνω ως κάτω το μακεδονικό έθνος και το μακεδονικό κράτος, όχι απλά σαν δικαίωμα του μακεδονικού λαού, αλλά σαν βασική προϋπόθεση για κάθε αντιιμπεριαλιστική ειρήνη στα Βαλκάνια.
Η Ελλάδα θα κατρακυλάει διαρκώς στον κανιβαλισμό αν δεν νικηθεί από τους διεθνιστές ο ψευτο-κομμουνισμός
Για να μπορεί ο ελληνικός λαός να απελευθερωθεί από αυτά τα ψέμματα και τις αυταπάτες με τα οποία του έχει γεμίσει η ελληνική άρχουσα τάξη το κεφάλι, πρέπει πρώτα να απελευθερωθεί η πρωτοπορία του, η αριστερά, από τους διαφθορείς της, από τους προδότες που κυριαρχούν μέσα της. Είναι κυρίως το ψευτοΚΚΕ που ποδοπατώντας το μεγαλύτερο ιδεολογικό τόλμημα του παλιού ΚΚΕ, δηλαδή την αναγνώριση του μακεδονικού έθνους και τα δικαιώματα της εθνικής του μειονότητας στην Ελλάδα και λερώνοντας το άφθονο αίμα που πλήρωσαν οι έλληνες κομμουνιστές του την εποχή του ΔΣΕ γι αυτή την αναγνώριση, φτάνει στο σημείο να είναι περήφανο που πρώτο πρότεινε τη «σύνθετη ονομασία». Στην ουσία είναι περήφανο επειδή δεν έμεινε στη βλακώδη θέση των σοβινιστών να απαιτεί να εξαλειφθεί εντελώς από το όνομα της γειτονικής χώρας το συστατικό Μακεδονία, αλλά πλάσαρε μια θέση πιο κοντινή σε αυτή του ρώσικου κράτους που έχει αναγνωρίσει τη γειτονική μας χώρα σαν Μακεδονία, αλλά επίσης δεν έχει αναγνωρίσει το μακεδονικό έθνος. Η διαφορά ανάμεσα στο ότι το ψευτοΚΚΕ θέλει αλλαγή ονόματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, ενώ η Ρωσία το αναγνωρίζει όπως έχει, οφείλεται στη διαφορά ρόλων απέναντι στη γειτονική χώρα: Ενώ η ίδια η Ρωσία πρέπει να προσποιείται τη ζεστή αγκαλιά που υποδέχεται την καταδιωγμένη από τον ελληνικό σοβινισμό Μακεδονία, το πρακτορείο της στην Ελλάδα, το ψευτοΚΚΕ πρέπει να ενθαρρύνει αυτήν την καταδίωξη, βάζοντας όμως ταυτόχρονα στους σοβινιστές και τα όριά της καταδίωξης, που σημαίνει: «Ναι στην καταδίωξη, αλλά αν η χώρα θα μπει στη ρώσικη τροχιά, θα το βουλώσετε και θα δεχτείτε το τελικό όνομα που θα έχει διαλέξει γι αυτήν το αληθινό αφεντικό των Βαλκανίων και το οποίο θα έχει μέσα και μια μακεδονική δόση».
Είναι κυρίως εξαιτίας του ψευτοΚΚΕ και του κυβερνητικού του εισοδιστικού αποσπάσματος, του ΣΥΡΙΖΑ, που ο ελληνικός λαός έχει γίνει τόσο ανοχύρωτος απέναντι στο σοβινισμό ώστε να ανδρωθούν ιδιαίτερα πάνω στο ιδεολογικό έδαφος της εκστρατείας για το μακεδονικό όλα τα νέα φασιστικά ρεύματα, κυρίως το χρυσαυγίτικο ναζιστικό, αλλά και οι ΑΝΕΛ, και να ισχυροποιηθεί σε τέτοιο βαθμό το ρεύμα Σαμαρά μέσα στην ΝΔ ώστε ο υποτιθέμενος φιλελεύθερος Μητσοτάκης να χαιρετίζει μια ακόμα πιο μαύρη έκδοση των συλλαλητηρίων που έριξαν την κυβέρνηση του πατέρα του. Είναι τα μακεδονικά (στην ουσία αντιμακεδονικά) συλλαλητήρια που γονιμοποίησαν και έφεραν στην επιφάνεια όλο το βυζαντινού και αργότερα τον τσαρικού τύπου αντιδυτικισμό, πάνω στον οποίο στηρίχθηκε η άνοδος των ναζί, καθώς και η δυνατότητα του σοσιαλφασισμού να κατοχυρώσει το φαιο«κόκκινο» μέτωπο στο μαύρο κίνημα των «αγανακτισμένων». Μόνο με την αποκάλυψη του ψευτοΚΚΕ σαν αντιδιεθνιστικού αντικομμουνιστικού κόμματος, που για να γίνει πιο χειροπιαστή στην εργατική τάξη πρέπει να πάει μαζί με την αποκάλυψή του σαν του κατ εξοχήν αντιβιομηχανικού και αντεργατικού κόμματος, μπορούν να αποκαλύπτονται στο λαό και να ωριμάζουν στη συνείδησή του οι θαμμένες αλήθειες που αφορούν την ιστορία του ίδιου και των άλλων λαών δίπλα στους οποίους ζει.
Εκείνο που κυρίως κρύβουν οι ψευτοκομμουνιστές από τον ελληνικό λαό είναι ότι η σημερινή ελληνική Μακεδονία ως τους βαλκανικούς πολέμους κατοικούνταν κατά πλειοψηφία από σλάβικους μακεδονικούς, τούρκικους και εβραϊκούς πληθυσμούς και λιγότερο από ελληνικούς και έγινε πλειοψηφικά ελληνική μέσα από αυτούς τους πολέμους και μετά από αλλεπάλληλες εθνοκαθάρσεις, ανταλλαγές πληθυσμών και βίαιες γλωσσικές αφομοιωτικές εκστρατείες. Η σημερινή Μακεδονία δηλαδή δεν ήταν ελληνική αλλά έγινε ελληνική και έγινε με τη βία, και είναι αυτή τη βία, που θέλει σύσσωμη η άρχουσα τάξη να την κρύψει από το λαό μας ασκώντας τώρα αυτή τη βία ενάντια σε μια ολόκληρη χώρα που μόνο η ύπαρξη της και το όνομά της καταστρέφουν την εικόνα της αιώνιας και εθνοτικά συμπαγούς ελληνικής Μακεδονίας. Γι αυτό το κύριο, αν και ανομολόγητο μένος του ελληνικού σοβινισμού στρέφεται ενάντια στη μακεδονική εθνική μειονότητα, που αποτελείται από τους επιβιώσαντες της εθνοκάθαρσης και βίαιης αφομοίωσης που αναφέραμε και οι οποίοι και μόνο με την ύπαρξη και με τον αγώνα τους για τα δημοκρατικά τους δικαιώματα, ανάμεσα στο οποίο ξεχωριστή θέση έχει το δικαίωμα επιστροφής και των μακεδόνων πολιτικών προσφύγων στη χώρα που έζησαν, φέρνουν στο φως την κρυμμένη φριχτή πραγματικότητα.
Μόνο αν αυτές οι εντελώς άγνωστες στην πλειοψηφία του λαού μας αλήθειες έρθουν στο φως από τους πραγματικούς διεθνιστές, κομμουνιστές και συνεπείς δημοκράτες θα αρχίζει να κλονίζεται το βασικό άλλοθι της ελληνικής άρχουσας τάξης για τη σημερινή άδικη και βίαια συμπεριφορά της. Αυτό το άλλοθι είναι η επιβίωση εξαιτίας κυρίως αυτής της συμπεριφοράς, ενός πολύ μειοψηφικού και πρακτικά πολύ ανίσχυρου μεγαλοκρατικού σοβινισμού στη Δημοκρατία της Μακεδονίας, (αλυτρωτισμού τον λένε οι δικοί μας) που έχει περισσότερη γελοία τραγικότητα παρά επικινδυνότητα μιας και πλέον η συντριπτική πλειοψηφία των πληθυσμών που ζουν στην ελληνική Μακεδονία μιλάνε ελληνικά και έχουν ελληνική εθνική συνείδηση. Το να θέλει κανείς να διορθώσει μια ιστορική αδικία γυρίζοντας πίσω το χρόνο, σημαίνει ότι θέλει να ζωντανέψει τους πεθαμένους και να σκοτώσει ή να σκλαβώσει τους ζωντανούς.