Αρχικά, θεωρήσαμε ότι ο κύριος στόχος της επίθεσης με τα χημικά ήταν, όπως γίνεται συνήθως τις τελευταίες δεκαετίες, να προκληθεί ένα δυτικό χτύπημα στο καθεστώς Άσαντ που θα το σπρώξει απόλυτα στην αγκαλιά της Ρωσίας, δηλαδή μια κλιμάκωση της καγκεμπίτικης τακτικής: «δυτική σκούπα - ρώσικο φαράσι». Αυτή η διάσταση ισχύει αλλά φαίνεται ότι ο κεντρικός στόχος της προβοκάτσιας με τα χημικά και μετά της εξαγγελίας ενός δυτικού επίσης προβοκατόρικου στρατιωτικού χτυπήματος στη Συρία ξεπερνάει κατά πολύ το ίδιο το συριακό ζήτημα. Φαίνεται δηλαδή πως τα χημικά κατά αμάχων που είναι σκόπιμα ασαφούς προέλευσης μέσα στη συριακή ζούγκλα και η ειδική επίσης χωρίς σαφείς πολιτικούς στόχους επαπειλούμενη «χειρουργική» δυτική στρατιωτική επέμβαση, είναι όλα δουλειά προπαρασκευής για το ξεμπλοκάρισμα της Διεθνούς Διάσκεψης για τη Συρία. Και εδώ η σκούπα είναι επίσης δυτική και το φαράσι είναι ρώσικο. Η διαφορά είναι ότι αυτή τη φορά το φαράσι είναι πελώριο.
Η πελώρια αρνητική σημασία μιας «πετυχημένης» Διεθνούς Συνδιάσκεψης για τη Συρία
Αυτή η Συνδιάσκεψη, ενώ αποτελεί φαινομενικά ένα ρωσοαμερικανικό σχέδιο «επίλυσης» του συριακού με τη συμμετοχή όλων των περιφερειακών και όλων των παλιότερων, σήμερα ξεπεσμένων, ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ουσιαστικά ηγεμονεύεται από τη Ρωσία. Δεν είναι τυχαίο που όλη την ώρα η τελευταία αναφέρεται σε αυτή τη Διεθνή Συνδιάσκεψη και γι' αυτήν παλεύει με διαρκείς διακρατικές επαφές, ενώ οι ΗΠΑ ακολουθούν χωρίς να παίρνουν καμιά πρωτοβουλία. Πρόκειται για την συνέχιση σε νέες πολύ ευνοϊκότερες συνθήκες της παλιάς καλής ταχτικής της μπρεζνιεφικής Μόσχας, που πάντα κυνηγούσε, αλλά χωρίς επιτυχία, μια Διεθνή Διάσκεψη για το Μεσανατολικό για να χώσει κάποια στιγμή τα χέρια της σε κάθε παγκόσμια αντίθεση με τη γραμμή: «τα δικά μου δικά μου, τα δικά σας διαπραγματεύσιμα». Ένα διαρκές διεθνές όργανο επέμβασης πέτυχε να το δημιουργήσει η Ρωσία σαν ΕΣΣΔ μαζί με τις ΗΠΑ μόνο το 1975 με τη ΔΑΣΕ (Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη) στο Ελσίνκι, αλλά σε αυτό δεν είχε τους κατάλληλους συσχετισμούς για να παίξει έναν ηγεμονικό ρόλο, αν και αυτό το όργανο την βοήθησε και ακόμα την βοηθάει στον καθησυχασμό της Δύσης και στην συγκάλυψη της εκστρατείας της ενάντια στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, ιδιαίτερα ενάντια σε εκείνες του Καυκάσου.
Όμως μια «πετυγχημένη» Διεθνής Διάσκεψη για το Συριακό σήμερα θα σημαίνει διπλωματικό θριάμβο της σοσιαλιμπεραιλιστικής Ρωσίας. Γιατί αυτή τη στιγμή από το Πακιστάν μέχρι το Μαρόκο ο ισλαμικός κόσμος φλέγεται και καταξεσκίζεται από τις κυρίως εξωτερικά πυροδοτούμενες αντιθέσεις κοσμικών - ισλαμιστών, και σουνιτών - σιιτών, ο υποδαυλισμένος από την ρώσικη υπερδύναμη αντιδυτικισμός καλπάζει, στην εξουσία έχουν ανεβεί οι πιο φιλο-ανατολικες δυνάμεις μέσα από τις διάφορες «ανοίξεις», ενώ στις δυτικές καγκελαρίες και ειδικά στις ΗΠΑ του Ομπάμα κυριαρχεί μια υπερ-υφεσιακή ή και καθαρά φιλική απέναντι στη Ρωσία γραμμή. Αν λοιπόν πραγματοποιηθεί μια Διεθνής Συνδιάσκεψη για το συριακό με την επιδιαιτησία της Μόσχας αυτή θα επέμβει καθοριστικά στο σύνολο των παγκόσμιων στρατηγικών αντιθέσεων. Δεν είναι τυχαίο ότι η πιο κεντρική πολιτικοδιπλωματικά μεταξύ αυτών των αντιθέσεων είναι η ισραηλινο-παλαιστινιακή, που περνάει ιδιαίτερα μέσα από τη Συρία και τον εξαρτημένο από αυτήν Λίβανο. ΕΚΕΙ βρίσκεται κατά τη γνώμη μας ο πυρήνας όλου του ζητήματος και αυτό διακυβεύεται σήμερα στην υπόθεση «συνεχιζόμενο εμφύλιο αιματοκύλισμα του συριακού λαού - χημικά - δυτική στρατιωτική επέμβαση που γίνεται και ξεγίνεται».
Αυτή η Διεθνής Διάσκεψη για τη Συρία ξεκίνησε την πρώτη φάση της στη Γενεύη τον Ιούνη του 2012. Αυτή η φάση ονομάστηκε Γενεύη 1. Τα αποτελέσματα της ήταν μέτρια για τη Ρωσία γιατί δεν συμμετείχαν δύο περιφερειακοί παράγοντες μεγέθους στη διαδικασία. Ο ένας ήταν το Ιράν κι ο άλλος η Σαουδική Αραβία.
Το φιλοσυριακό Ιράν το πρότεινε η Ρωσία, αλλά κατ' αρχήν έβαζαν βέτο οι ΗΠΑ, ενώ στην ουσία και το ίδιο το Ιράν της εθνοσοβινιστικής γραμμής Καμενεΐ δεν ήθελε τη Συνδιάσκεψη επειδή αποτελούσε άμεση επέμβαση των μεγάλων δυνάμεων στα εσωτερικά της Συρίας και κατ επέκταση της Μέσης Ανατολής για την οποία το Ιράν τρέφει ηγεμονικές βλέψεις.
Όμως ο πιο καίριος απών από τη Συνδιάσκεψη ήταν και συνεχίζει να είναι η Σαουδική Αραβία. Η δικιά της συμμετοχή είναι αποφασιστική γιατί η πολιτική της επιρροή στη Μέση Ανατολή αλλά ιδιαίτερα στις δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης γίνεται όλο και πιο μεγάλη Ιδιαίτερα τελευταία με την εκλογή του θεωρούμενου ως έμπιστού της Σαουδικής Αραβίας Σάμπρα στην ηγεσία της Εθνικού Συμβουλίου της συριακής αντιπολίτευσης, η επιρροή της ξεπερνάει πολιτικά κατά πολύ την επιρροή του ρωσόφιλου Κατάρ αν και υπολείπεται κατα πολύ της στρατιωτικής του. Η Σαουδική Αραβία αρνείται επίμονα παρά τις πιέσεις της Ρωσίας και τω ΗΠΑ να συμμετάσχει στη Συνδιάσκεψη γιατί βάζει σαν όρο την μη συμμετοχή του Άσαντ στην μεταβατική κυβέρνηση που θα σχηματιστεί από όλες τις τάσεις για να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Όμως την συμμετοχή του Άσαντ την θέλει η Ρωσία σε αυτή τη φάση αν και μόνο για να μην χάσει τη διεισδυτικότητά της στο ασαντικό στρατόπεδο ώστε τελικά να πετύχει την υποδούλωση αυτού του στρατοπέδου στα σχέδιά της. Άλλωστε πρόσφατα η Ρωσία δήλωσε μέσω του Λαβρόφ ότι δεν θεωρεί φίλο της τον Άσαντ και ότι στις διαδικασίες της Συνδιάσκεψης δεν θα συμμετέχει ο ίδιος ο Άσαντ αλλά κάποιοι υπουργοί του, υπονοώντας βαθιές αντιθέσεις στο ασαντικό στρατόπεδο.
Μετά από την αποτυχία της «Γενεύης 1» η Ρωσία κάνει τα πάντα για να συγκαλέσει μια «Γενεύη 2», αλλά διαρκώς αποτυγχάνει και διαρκώς αυτή αναβάλλεται λόγω της αντίστασης των άμεσα ενδιαφερομένων, και μάλιστα όχι μόνο της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν, αλλά ακόμα και του Άσαντ που δέχεται στα λόγια τη Συνδιάσκεψη, αλλά κάθε τόσο μέσω του σύρου υπουργού Εξωτερικών Μουαλέμ αμφισβητεί τη χρησιμότητά της. Ο Άσαντ ξέρει ότι σε αυτήν δεν θα είναι συνδαιτυμόνας αλλά έδεσμα και οι ελπίδες του ότι μπορεί να την αποφύγει αναπτερώθηκαν τελευταία από κάποιες νίκες που πέτυχε με ένα φριχτό αντάλλαγμα, να εξαρτηθεί στρατιωτικά από έναν ξένο κρατικό, φασιστικό, επιθετικό στρατό, την Χεζμπολάχ. Στην ουσία πρόκειται για πολιτική αυτοκτονία του καθεστώτος Άσαντ και για έγκλημα ενάντια στη συριακή ανεξαρτησία καθώς η παρουσία της Χεζμπολάχ φέρνει μέσα στον συριακό εμφύλιο για πρώτη φορά επίσημα μια ξένη κρατική δύναμη (επειδή η τελευταία κατέχει ισχυρό μέρος της κρατικής εξουσίας στο Λίβανο) και μάλιστα φασιστική και αντισημιτική-γενοκτονική. Αυτή η παρουσία βολεύει όλον τον ιμπεριαλισμό και κάθε άλλη κρατική δύναμη να χωθεί, «νόμιμα» πια, στις εσωτερικές υποθέσεις της Συρίας, ενώ ανάβει ταυτόχρονα και μεγάλη εσωτερική φωτιά στο Λίβανο.
Γιατί η επίθεση έχει τη μορφή: «δίνουμε ένα μάθημα αλλά δεν ανατρέπουμε τον Άσαντ» ή αλλιώς γιατί οι επεμβατιστές μιλάνε για «πολιτική λύση» ενώ χτυπάνε στρατιωτικά.
Το ότι η σχεδιαζόμενη επίθεση ΗΠΑ-Γαλλίας στη Συρία έχει σαν κεντρικό στόχο της να διευκολύνει αυτήν την υποτιθέμενη ειρηνευτική διαδικασία αποδεικνύεται από το ότι για πρώτη φορά πριν από μια δυτική στρατιωτική επέμβαση ενάντια σε μια χώρα του Τρίτου Κόσμου, στο στόμα των επεμβασιών, με πρώτο το γάλλο πρόεδρο Ολάντ, έκανε την εμφάνισή της τόσο έντονα η φράση «πολιτική λύση». Την ίδια φράση χρησιμοποίησε και το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών και ο ανοιχτά ρωσόφιλος αρχηγός των γερμανών σοσιαλδημοκρατών Στάινμπρουκ. Πολιτική λύση σημαίνει σήμερα ένα πράγμα: πετυχημένη σύγκλιση της «Γενεύης 2». Αλλά και η όντως ακατανόητη για τους πολλούς μεσοβέζικη στρατηγική του Ομπάμα «θα χτυπήσω αλλά όχι στρατηγικά - θα δώσω απλώς ένα μάθημα για τα χημικά - δε θέλω όμως ανατροπή του Άσαντ», που υποδείκνυε μια στρατιωτική επέμβαση χωρίς καθόλου ξεκάθαρο στρατιωτικό ή πολιτικό στόχο (!), υπηρετεί ακριβώς το σκοπό της Διεθνούς Συνδιάσκεψης. Γιατί αν μια επαπειλούμενη επίθεση στη Συρία ήταν ωμή και έντονη τύπου Ιράκ ή έστω Λιβύης, δηλαδή αν είχε σαν ελάχιστο στόχο να ρίξει τον Άσαντ, τότε αυτή η επίθεση θα σήμαινε απόλυτη ρήξη των ΗΠΑ όχι μόνο με τον Άσαντ αλλά και ένα αρκετά μακρόχρονο πάγωμα των σχέσεων τους με τη Ρωσία, δηλαδή ματαίωση της Διεθνούς Συνδιάσκεψης. Αν πάλι δεν υπήρχε καθόλου ένα χτύπημα στον Άσαντ από τις ΗΠΑ, όπως γίνεται ως τώρα, ιδιαίτερα μετά από μια χρήση χημικών που οι ΗΠΑ καταλογίζουν στον Άσαντ, τότε η Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να αναλάβει αυτή την πλήρη πρωτοβουλία να ηγηθεί του αντάρτικου στη Συρία και βεβαίως σε αυτήν την περίπτωση δεν είχε καθόλου λόγο να παρακαθίσει ποτέ σε μια Διεθνή Συνδιάσκεψη όπου το κουμάντο θα το είχε η Ρωσία. Η Σαουδική Αραβία ζητάει επίμονα από τις ΗΠΑ να δώσουν βαριά οπλα στο κομμάτι του αντάρτικου που δεν είναι στα χέρια των τζιχαντιστών, και όχι αεροπορικά χτυπήματα από την Δύση, που εξοργίζουν τους λαούς και δυναμώνουν τους αντιδυτικούς τζιχαντιστές στο έδαφος.
Μια «περιορισμένου τύπου» στρατιωτική επίθεση Ομπάμα-Ολάντ θα φέρει σε πολύ δύσκολη θέση διπλωματικά την Σαουδική Αραβία, ουσιαστικά θα την απομονώσει βγάζοντας στην επιφάνεια τις αντιφάσεις της περιφερειακής πολιτικής της. Γιατί αυτή, αν θα χαιρετήσει την επίθεση, η οποία θα σκοτώσει και πολλούς αμάχους, θα εισπράξει μια πλατειά ενστικτώδη καταδίκη από τις μουσουλμανικές μάζες, αλλά χωρίς να πέσει ο Άσαντ, δηλαδή χωρίς τουλάχιστον να ανεβεί στην εξουσία η συριακή αντιπολίτευση. Αν πάλι δεν υποστηρίξει την επίθεση, θα φανεί ότι προδίδει την συριακή αντιπολίτευση και οι τζιχαντιστές θα πάρουν πολιτικά το πάνω χέρι σε αυτήν. Το ίδιο δίλημμα έχει και ο Ερντογάν, που πάντως κατάλαβε ότι κάτι βρώμικο έχει η τακτική Ομπάμα, λέγοντας με δυο λόγια ότι ή το χτύπημα στον Άσαντ θα ήταν συντριπτικό ή δεν θα έπρεπε να ξεκινήσει. Πράγματι ήδη οι ρωσόφιλοι γκιουλενιστές και ο ύποπτα φιλογκιουλενικός αρχηγός της κεμαλικής αντιπολίτευσης, Κιλιτσντάρογλου, είναι κατά του χτυπήματος, όχι βέβαια από δημοκρατική αντιιμπεριαλιστική πλευρά, αλλά από την πλευρά της Ρωσίας, και ήδη κατηγορούν τον Ερντογάν για φιλοδυτικισμό. Στην ουσία, η Σαουδική Αραβία πληρώνει το μεγάλο διπλωματικό λάθος της να υποστηρίξει την δικτατορία του Σίσι στην Αίγυπτο, καθώς και ο Σίσι βγήκε από αντιδυτική σκοπιά με ορμή ενάντια στην αμερικανο-γαλλική επίθεση. Έτσι οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, που ήταν με την συριακή αντιπολίτευση πνέουν τα μένεα κατά της Σαουδικής Αραβίας και είναι και αυτοί εντελώς αμήχανοι στο συριακό, καθώς δεν θέλουν να θεωρηθούν ως φιλοδυτικοί όπως τους κατηγορεί ο φασίστας Σίσι, αλλά ούτε να ξεκόψουν από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους της συριακής αντιπολίτευσης.
Ανάλογη ανάγκη να παίξει ένα διφορούμενο παιχνίδι στο συριακό για το καλό της Συνδιάσκεψης έχει και ο στενός σύμμαχος του Ομπάμα στην Ευρώπη και επίσης ως το κόκκαλο ρωσόφιλος Κάμερον. Αυτός δήλωσε φανατικά συμμετοχή στην επίθεση στη Συρία στο πλευρό των ΗΠΑ, αλλά πρακτικά την ματαίωσε με τους χειρισμούς του, πρώτον γιατί κατέβασε την απόφαση για επίθεση στο βρετανικό κοινοβούλιο, πράγμα που δεν όφειλε να κάνει και δεν έκανε κανείς προκάτοχός του στις αντίστοιχες βρώμικες αντιτριτοκοσμικές επιθέσεις και δεύτερο γιατί είπε ότι δεν ήταν σίγουρος ότι τα χημικά τα έριξε ο Άσαντ! Αλλά ποια κοινή γνώμη, που ήταν ήδη αρνητική σε έναν πόλεμο που θύμιζε το φιάσκο του Ιράκ, θα υποστήριζε ένα χτύπημα σε έναν αμφίβολο εχθρό; Έτσι η πρόταση Κάμερον δεν πέρασε. Ο Κάμερον εννοείται ότι εκτέθηκε πολιτικά, σχεδόν γελοιοποιήθηκε, αλλά κράτησε την πολύτιμη θέση του σαν ενδιάμεσος μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, μεταξύ Άσαντ και αντιπολίτευσης και μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, σε ό,τι αφορά τη Διεθνή Συνδιάσκεψη. (Να σημειωθεί πάντως ότι τα στοιχεία που βεβαίωναν ότι τη επίθεση την έκανε η κυβερνητική πλευρά τα έστειλε ο Ομπαμα στον Κάμερον την επόμενη μέρα μετά την καταψήφιση της πρότασής του από την Βουλή των Κοινοτήτων. ΝΥΤ 31/8). Αυτή η «ενδιαμεσότητα» του Κάμερον είναι λειτουργική, σχεδόν θεσμική και αποφασιστική για την πραγματοποίηση της Συνδιάσκεψης. Γιατί είναι στο Λονδίνο υπό τον Κάμερον που πραγματοποιήθηκε σχετικά πρόσφατα μια κρίσιμη συνεδρίαση ενός άλλου οργάνου, προετοιμαστικού της Συνδιάσκεψης, που το υποστηρίζει επίσης, αλλά αθόρυβα η ρώσικη διπλωματία, αλλά το οποίο δεν θέλει σώνει και καλά πτώση του Άσαντ σαν προϋπόθεση για το σχηματισμό της μεταβατικής κυβέρνησης. Πρόκειται για το «Φόρουμ των Φίλων της Συρίας». Για να προεδρεύει σε αυτό το σημαντικό όργανο διπλωματικών μαγειρεμάτων, ο Κάμερον μένει στρατιωτικά έξω από το χτύπημα στη Συρία αλλά πολιτικά μέσα σε αυτό.
Όμως παρ' όλη αυτή τη σιχαμερή θολούρα, έπρεπε κάποιος να μείνει στο πλευρό του Ομπάμα χωρίς η υπερδύναμη να δοκιμάσει για πρώτη φορά μια τόσο θλιβερή απομόνωση. Αλλιώς ο Ομπάμα θα κινδύνευε πολύ από την ρεπουμπλικανική αντιπολίτευση που δεν είναι διατεθειμένη να δεχτεί αδιαμαρτύρητα αυτή τη σκοτεινή τακτική και αυτήν την αμερικάνικη εξευτελιστική απομόνωση. Έμεινε λοιπόν δίπλα στον Ομπάμα με αυτοθυσία, δηλαδή κόντρα στην γαλλική κοινή γνώμη ο Ολάντ, ο οποίος ως τώρα σε όλα τα θέματα, ευρωπαϊκά και παγκόσμια, παίρνει θέσεις που εξυπηρετούν τη ρώσικη διπλωματία. Ήταν για πρώτη φορά χάρη στον Ολάντ που η Γαλλία μπαίνει σε ένα τόσο άδικο επεμβατικό ιμπεριαλιστικό μέτωπο πολέμου πίσω από τις ΗΠΑ.
Κερδισμένος από τα χημικά και την επίθεση Ομπάμα-Ολάντ ο αρχιπροβοκάτορας Πούτιν
Βέβαια αυτή η πρωτοφανώς μεσοβέζικη και πολιτικά αστήριχτη απόφαση για χτύπημα στη Συρία άνοιξε τον ασκό του Αιόλου σε ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία. Οι αμερικάνοι Ρεπουμπλικάνοι, με επικεφαλής τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Τζον Μπένερ, αλλά και ο Μακ Κέην χτύπησαν ανοιχτά τη γραμμή Ομπάμα σαν τυχοδιωχτική ως προς την έλλειψη στόχων και σαν ενισχυτική των τζιχαντιστών αντιπάλων του Άσαντ. Σε ότι αφορά την Αγγλία και ειδικά τη Γαλλία, η κοινή γνώμη κινήθηκε πλειοψηφικά ενάντια στους δύο ελεεινούς προβοκάτορες ηγέτες της. Αυτό μακροπρόθεσμα θα περιορίσει την πολιτική και διπλωματική ζημιά που θα μπορεί να κάνουν αυτά τα δύο υποκείμενα, ειδικά στην ΕΕ, αλλά σε αυτή τη φάση ο κερδισμένος είναι ο πανευτυχής μετά από αυτήν την ανάπηρη και αυτοκτονική δυτική απόφαση Πούτιν. Αυτός λοιπόν μπορεί με άνεση να επιχειρηματολογεί ότι ο Άσαντ δεν είχε λόγους να ρίξει τα χημικά σε μια στιγμή που κέρδιζε θέσεις στρατιωτικά, ότι δεν έχει αποδειχτεί ότι αυτός τα έριξε και ότι σε κάθε περίπτωση δεν είναι επιχείρημα για τις ΗΠΑ να χρησιμοποιούν σαν απόδειξη προϊόντα υποκλοπών συνομιλιών μεταξύ σύρων αξιωματούχων που όμως δεν τα κοινοποιούν στον υπόλοιπο κόσμο, ότι δεν έχει αποφανθεί ακόμα για όλα αυτά το όργανο του ΟΗΕ που ανέλαβε την έρευνα γα τα χημικά, ότι δεν έχει υπάρξει απόφαση από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για επίθεση στη Συρία και ότι η επίθεση αυτή δεν έχει καν τη στήριξη της δυτικής κοινής γνώμης. Με λίγα λόγια η πουτινική Ρωσία, το παγκόσμιο κέντρο του νεοναζισμού, παριστάνει χάρη στους τουλάχιστον αντικειμενικούς προβοκάτορες Ομπάμα - Ολάντ το κέντρο της λογικής και της ειρήνης επί Γης, κερδίζοντας ένα απροσδόκητο κύρος την ώρα της αυξανόμενης αποκτήνωσής του.
Βέβαια ο Πούτιν μπορεί να παίζει αυτό το ρόλο γιατί δεν υπάρχει ακόμα μια φωνή με διεθνή εμβέλεια που να του αντιτείνει ότι η Ρωσία έχει παίξει το πιο βρώμικο ρόλο στον συριακό εμφύλιο ενθαρρύνοντας και τις δυο πλευρές του μέσω του φιλικού της Κατάρ από τη μια μεριά και του φιλικού της Ιράν και της Χεζμπολλάχ από την άλλη, ότι ο Άσαντ πράγματι δεν είχε λόγους να ρίξει χημικά, όμως είχε λόγους να το κάνει ένας φιλορώσος προβοκάτορας στο στρατόπεδό του (όπως βέβαια και στο αντίθετο στρατόπεδο), και ότι στη χρήση θανατηφόρων χημικών κατά αμάχων διακρίθηκε ο ίδιος ο Πούτιν όταν τα χρησιμοποίησε κατά των ρώσων πολιτών στο θέατρο της Μόσχας. Επίσης ότι το όργανο που ανέλαβε τις έρευνες έχει αρχηγό τον Μπραχίμι, έναν άνθρωπο που όπως κάθε κοινής αποδοχής πρόσωπο του ΟΗΕ είναι της απόλυτης έγκρισης της Μόσχας και ότι ως εκ τούτου κάθε απόφαση αυτού του οργάνου είναι εντελώς διαβλητή. Για την ακρίβεια κάθε απόφαση αυτού του οργάνου θα βοηθάει κάθε φορά τη Ρωσία να κατευθύνει όπου θέλει τα χτυπήματα στο διπλωματικό μέτωπο. Σε ότι αφορά τη νομιμότητα που δήθεν δίνει το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αυτή είναι μια απάτη που αναμασούν εδώ και χρόνια οι φασίστες και σοσιαλφασίστες σε όλο τον κόσμο. Το Συμβούλιο Ασφαλείας είναι ουσιαστικά στα χέρια των δύο υπερδυνάμεων και του ρωσο-κινεζικού φασιστικού βέτο, οπότε καμιά του απόφαση δεν νομιμοποιεί έτσι κι αλλιώς οποιαδήποτε στρατιωτική επέμβαση ιμπεριαλιστών στα εσωτερικά μιας τρίτης χώρας.
Τέλος δεν επιτρέπεται να δοθεί καμιά άδεια για εξωτερική επέμβαση για να σταματήσει μια γενοκτονία, εκτός αν αυτή έχει τόσο μεγάλη έκταση, είναι τόσο συστηματική και ο δράστης της τόσο αδιαμφισβήτητος ώστε σύσσωμη η παγκόσμια κοινή γνώμη θα είχε ξεσηκωθεί πριν από κάθε υπερδύναμη για να την αποτρέψει. Αλλά και τότε αυτοί που θα είχαν το δικαίωμα να την σταματήσουν στρατιωτικά θα ήταν μόνο μη ιμπεριαλιστικές γειτονικές χώρες και λαοί. Τέτοιου είδους είναι κάποιες από τις πολύ λίγες στρατιωτικές παρεμβάσεις που εκτελούν αφρικανικές χώρες στη βάση προϋπαρχουσών συμφωνιών συλλογικών διακρατικών οργάνων της ηπείρου αυτής, όπως είναι ο Οργανισμός Αφρικανικής Ενότητας (αν και τελευταία και αυτός υπονομεύεται από τις υπερδυνάμεις κύρια μέσω της φιλορώσικης ηγεσίας της Νότιας Αφρικής).
Η Ρωσία εννοείται δεν υπήρχε περίπτωση να δεχτεί ποτέ οποιαδήποτε περιφερειακή λύση στο συριακό και, όπως εκτιμήσαμε πρόσφατα αναλύοντας την Ταξίμ, αυτός ήταν και ο λόγος που ραβδίστηκαν τόσο σκληρά οι Ερντογάν και Μόρσι, κυρίως ο δεύτερος. Θυμίζουμε ότι οι εθνικοϊσλαμιστές και γενικά αντιδυτικοί Μόρσι και Ερντογάν, είχαν προσπαθήσει πριν από μισό χρόνο να δώσουν από κοινού μια περιφερειακή λύση για το συριακό με μια τετραμερή συνεννόηση Τουρκίας - Αιγύπτου - Σαουδικής Αραβίας - Ιράν. Αυτές οι περιφερειακές κοινές προσπάθειες δεν έχουν σχέση με τις Διεθνείς Συνδιασκέψεις - παγίδες που στήνει η ρωσική διπλωματία μαζί με άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και που πρέπει να καταργηθούν τώρα δα σαν διεθνή εργαστήρια πολέμου και φασισμού. Παράλληλα, πρέπει να καταδικάσουμε την όλο και μεγαλύτερη κατάργηση της Γενικής συνέλευσης του ΟΗΕ από το Συμβούλιο Ασφαλείας (ΣΑ) και τελικά την άθλια υποκατάσταση ακόμη κι αυτού του ΣΑ από τα πέντε μόνιμα μέλη του, δηλαδή από τις δυο υπερδυνάμεις, τη φασιστική Κίνα και τους δυο μπατίρηδες, παλιούς κοσμοκράτορες αποικιοκράτες και σήμερα θλιβερούς μεσαίου βεληνεκούς Αγγλο-Γάλλους ιμπεριαλιστές, που έχουν βάλει σε μεγάλες περιπέτειες με τους τυχοδιωκτισμούς τους και την ίδια την γενικά ειρηνόφιλη ΕΕ.
Καμιά Διεθνής Συνδιάσκεψη και κανένα Συμβούλιο Ασφαλείας δεν μπορεί να σώσει τη Συρία. Λύση από το συριακό λαό με μεσολαβητικές ειρηνικές παρεμβάσεις από τις γειτονικές χώρες
Οι λαοί δεν πρέπει να δέχονται τον βρώμικο και σήμερα απόλυτα ελεγχόμενο από ανατολικούς και δυτικούς ιμπεριαλιστές ΟΗΕ, περισσότερο από τους πρώτους, ως επιδιαιτητή οποιασδήποτε εσωτερικής ή και διακρατικής σύγκρουσης στον πλανήτη. Οργανισμός Ενωμένων Εθνών σήμερα σημαίνει τελικά κοινός παρονομαστής Ρωσίας και Αμερικής, δηλαδή τουλάχιστο φιλική προς τη Ρωσία και τις προβοκάτσιές της στάση σε όλα τα διεθνή ζητήματα. Εξ ου και οι αξιωματούχοι του ΟΗΕ είναι οι πλέον διαπρύσιοι κήρυκες της «Γενεύης 2», ενώ κράτησαν κεντριστική θέση για την επέμβαση, ζητώντας ουσιαστικά να έχουν οι ίδιοι (δηλαδή η Ρωσία) τον τελευταίο λόγο για την πραγματοποίησή της ή μη με βάση τα εντελώς σκοτεινά «στοιχεία για τα χημικά», που είναι εντελώς αδύνατο για τους λαούς να τα ελέγξουν ως προς την αξιοπιστία τους.
Οι λαοί πρέπει να αντισταθούν στις ραδιουργίες και τις βρωμιές που σκαρώνει το χειρότερο τμήμα της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής αντίδρασης που έχει επικεφαλής το ρώσικο σοσιαλιμπεριαλισμό και που σημαίνουν κόλαφο για την εθνική ανεξαρτησία και την προκοπή στον Δεύτερο και στον Τρίτο Κόσμο. Η πείρα τους, άλλωστε, θα τους οδηγήσει στη βαθιά κατανόηση των πλαστών και υποβολιμιαίων αντιθέσεων και στην ανακάλυψη των πραγματικών και ουσιαστικών μαχών που πρέπει να δώσουν για να φτάσουν σε ένα πιο φωτεινό μέλλον.
Σε ό,τι αφορά ωστόσο το πρώτο πλάνο, δηλαδή την σχεδιαζόμενη στρατιωτική επίθεση στη Συρία, οι φίλοι της ειρήνης και της δημοκρατίας πρέπει να έχουν μια θέση αρχής: Όποιοι κι αν είναι οι στόχοι τους οι ιμπεριαλιστές δεν έχουν κανένα δικαίωμα να χτυπάνε ένα ανεξάρτητο κράτος για να σώσουν τάχα τον πληθυσμό του από οποιαδήποτε εσωτερική σύγκρουση. Σε τέτοιες περιπτώσεις κάθε απάντηση της βαλλόμενης κυβέρνησης κατά στρατιωτικών στόχων των χωρών που την χτυπάνε είναι δίκαιη. Η λύση στην περίπτωση της Συρίας και στις σημερινές παγκόσμιες συνθήκες μπορεί να έρθει από τον ίδιο το συριακό λαό και με βοήθεια από ειρηνικές, δηλαδή πολιτικές αντι-ιμπεριαλιστικές παρεμβάσεις και μεσολαβήσεις των γειτονικών χωρών.