Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Η. ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΚΕ ΟΑΚΚΕ ΣΤΗΝ EΡΤ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ 2024

   

 

ΔΙΑΚΑΝΑΛΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΟΑΚΚΕ ΣΤΙΣ 26 ΜΑΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ 2024

   

 

ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΛΗ

Νέα Ανατολή αρ.φ.559 (εδώ μπορείτε να βρείτε τα φύλλα από φ.486-Μάρτης 2013-και νεώτερα)

  Που μπορείτε να βρείτε την έντυπη έκδοση της Νέας Ανατολής

1pag559

 

crisis russia

Άρθρα Αναφοράς

OAKKE WEB TV

Εκδόσες Μεγάλη Πορεία

ΑΝΤΙΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ

http://www.antinazi.gr/ 

www.antinazi.gr

ΑΝΤΙ ΝΑΖΙ

 

KYΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ Η ΕΥΘΥΝΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΟΜΙΛΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ -Τους ναζί της “Χρ. Αυγής” χρησιμοποιεί η κυβέρνηση για να προωθήσει τα βρώμικα σχέδια της στην Κύπρο

Ο πρέσβης της Ρωσίας στην Κύπρο Στανισλάβ Οσάτσι Ο πρέσβης της Ρωσίας στην Κύπρο Στανισλάβ Οσάτσι

Μετά το 2004 και την καταψήφιση του σχέδιου Ανάν από την ελληνοκυπριακή πλευρά είναι η δεύτερη φορά που μια νέα απόπειρα ενοποίησης της Κύπρου αποτυγχάνει με την κύρια ευθύνη των ρωσόφιλων και σοβινιστικών μερίδων της ελληνοκυπριακής ηγεσίας της Κύπρου και πιο πολύ της Ελλάδας. Το 2004 αυτή η ευθύνη ήταν πιο καθαρή καθώς είναι η ελληνοκυπριακή πλευρά που καταψήφισε το σχέδιο Ανάν ενώ η τουρκοκυπριακή το υπερψήφισε. Στην τελευταία αποτυχία των συνομιλιών στο Κρανς Μοντανά η ευθύνη ανήκει συντριπτικά στην ελληνική κυβέρνηση Τσίπρα και δευτερευόντως στην ελληνοκυπριακή κυβέρνηση.

 

 

Το καλό μέσα στις αποτυχίες είναι ότι γίνεται όλο και πιο φανερός ο διασπαστικός ρόλος της Ρωσίας

 

Στην πραγματικότητα πίσω από αυτές τις δύο αποτυχίες κρύβεται η ρώσικη σοσιαλιμπεριαλιστική διπλωματία, που μόνιμα υποκινεί κυρίως τον ελληνικό σοβινισμό ενάντια στη συνύπαρξη των δύο εθνοτήτων στη Κύπρο, αλλά από ένα σημείο και πέρα και τον τούρκικο σοβινισμό, για να μένει το νησί μόνιμα διχασμένο και υπό κατοχή. Στην πραγματικότητα η Ρωσία είναι ο κύριος διεθνής υπαίτιος της κατοχής και του διαμελισμού της Κύπρου από την Τουρκία το 1974, αντίθετα με το μύθο ότι ήταν οι αγγλοαμερικάνοι που υποστήριξαν την εισβολή, μύθο που έχει καθιερώσει στη συνείδηση των ελλήνων και των ελληνοκυπρίων η προπαγάνδα του Α. Παπανδρέου και του ψευτοΚΚΕ. Το ότι η ιμπεριαλιστική Ρωσία (με το κάλυμμα της ήδη καπιταλιστικής ΕΣΣΔ στην οποία κυριαρχούσε) υποκίνησε την τούρκικη εισβολή ενώ οι ΗΠΑ την ανέχθηκαν είναι μια θέση της ΟΑΚΚΕ από την αρχή της ίδρυσης της. Αυτή τη θέση μας τη στηρίξαμε στη γενική πολιτική ανάλυση μας και στα λίγα στοιχεία που μας έδινε η επίσημη στάση της ΕΣΣΔ το 1974 στην εισβολή που εκφράστηκε μέσω του πρακτορείου ΤΑΣ καθώς και στα στοιχεία που έφερε αργότερα στο φως ο τούρκος δημοσιογράφος Αλι Μπιράντ σχετικά με την ενθάρρυνση που έδωσε ο σοβιετικός πρεσβευτής στην Άγκυρα στην τούρκικη ηγεσία. Σήμερα η θέση αυτή έχει επιβεβαιωθεί για τα καλά από δημοκράτες ελληνοκύπριους δημοσιολόγους που μελέτησαν τα ανοιχτά πλέον διαθέσιμα δυτικά διπλωματικά αρχεία της εποχής. Το πιο βασικό συμπέρασμα αυτής της έρευνας σχετικά με το ρόλο της Ρωσίας (η οποία κυριαρχούσε απόλυτα μετά την παλινόρθωση του 1956 στη διπλωματία της ΕΣΣΔ), εκτίθεται στο πολύ σημαντικό βιβλίο του Μακάριου Δρουσιώτη: «Η εισβολή και οι Μεγάλες Δυνάμεις: η realpolitik των ΗΠΑ και το διπλό παιχνίδι της ΕΣΣΔ» (Παραθέτουμε σε αυτό το φύλλο της Νέας Ανατολής μια συμπυκνωμένη τοποθέτηση του βασικού συμπεράσματος του βιβλίου αυτού), βιβλίο το οποίο κατήγγειλε επίσημα το 2014 η ρώσικη διπλωματική αποστολή στην Κύπρο!

Η αληθινή διαφορά της σημερινής αποτυχίας σε σχέση με την αποτυχία του 2004 είναι ότι τώρα υπάρχουν φωνές στην Κύπρο και μάλιστα ένα ολόκληρο πολιτικό ρεύμα, κυρίως ελληνοκύπριοι, που ανοιχτά καταγγέλλουν τη Ρωσία για την πολύχρονη και μεθοδική επέμβαση της ενάντια στην ενοποίηση του νησιού. Το πιο σημαντικό μάλιστα είναι ότι για πρώτη φορά και στη Δύση, ιδιαίτερα στο δημοκρατικό κομμάτι των ΗΠΑ, γίνεται αντιληπτό ότι η Ρωσία παίζει εδώ και χρόνια τον βασικό ρόλο στον τορπιλισμό κάθε λύσης στο Κυπριακό. Σε αυτό έχει παίξει καθοριστικό ρόλο η άνοδος του Τραμπ στην εξουσία που φώτισε τον πελώριο ρόλο της ρώσικης βοήθειας σε αυτήν. Είναι χαρακτηριστικό το άρθρο των Τάιμς της Νέας Υόρκης της 5 του Φλεβάρη ότι η ανάμειξη της Ρωσίας στην εκλογή Τραμπ προκάλεσε έναν συναγερμό στην Ευρώπη, «πράγμα που ενθάρρυνε τις φωνές στην Κύπρο που προειδοποιούν ότι τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Ρωσίας προσδιορίζουν την απόφασή της να εμποδίσει κάθε λύση του κυπριακού». (https://www.nytimes.com/2017/02/05/world/europe/cyprus-fears-russian-meddling-in-its-settlement-talks.html).

 

Η ρώσικη υπονόμευση στο σχέδιο Ανάν

 

Το βασικό πάντως δεν είναι οι όποιες εξωτερικές επιρροές στη διαμόρφωση της νέας αυτής πολιτικής συνείδησης των ελληνοκύπριων δημοκρατών. Το βασικό είναι ότι η ρώσικη διπλωματία έχει κάνει πολλά που έχουν πια μαζευτεί. Εκτός δηλαδή από την υποκίνηση της τούρκικης εισβολής του 1974 δεν μπορούν πια να κρυφτούν και οι επεμβάσεις της στις επόμενες απόπειρες επίλυσης του κυπριακού. Η πιο καθοριστική από αυτές είναι η αποφασιστική της βοήθεια στην καταψήφιση της λύσης Ανάν το 2004 από τους ελληνοκύπριους. Σε αυτήν έπαιξε καίριο ρόλο το ΑΚΕΛ που άλλαξε την τελευταία στιγμή τη θέση του στο δημοψήφισμα και από «ναι» την έκανε «όχι». Το πάτημα για να κάνει αυτήν την κολοτούμπα το ΑΚΕΛ του το έδωσε η Ρωσία όταν μόνη της από τα 15 μέλη του Συμβούλιου Ασφαλείας του ΟΗΕ καταψήφισε μια βασική προϋπόθεση για να εφαρμοστεί το σχέδιο Ανάν. Η προϋπόθεση αυτή ήταν να αναλάβουν οι στρατιωτικές δυνάμεις του ΟΗΕ την ευθύνη για την ασφάλεια των ελληνοκύπριων όσο θα παρέμεναν τα τούρκικα στρατεύματα στη Βόρεια Κύπρο. Σύμφωνα δηλαδή με το σχέδιο Ανάν τα τούρκικα στρατεύματα κατοχής θα φεύγανε από την Κύπρο και θα μένανε μόνο 600 στρατιώτες (όσοι και πριν την εισβολή), αλλά αυτό θα γινόταν σταδιακά όσο θα λειτουργούσε το κοινό κυπριακό κράτος. Μόλις λοιπόν έβαλε βέτο η Ρωσία την πρόταση να αναλάβουν τα στρατεύματα του ΟΗΕ την ασφάλεια των ελληνοκύπριων ωσότου φύγουν τα τούρκικα στρατεύματα (https://www.globalpolicy.org/component/content/article/196/42655.html), το ΑΚΕΛ δήλωσε ότι αλλάζει θέση και καταψηφίζει τη συμφωνία. Βέβαια για να μην εκτεθεί εντελώς γι αυτό το σαμποτάρισμα της ενοποίησης η Ρωσία δικαιολόγησε το βέτο της λέγοντας ότι αυτό ήταν απλά «τεχνικό», δηλαδή διαδικαστικό, επειδή τάχα η πρόταση για τα στρατεύματα του ΟΗΕ δεν ήταν καλά προετοιμασμένη και ήρθε πριν το δημοψήφισμα στην Κύπρο οπότε ένα «ναι» σε αυτήν θα επηρέαζε την έκβαση του δημοψηφίσματος. Μα το «ναι» ήταν απλά επιβεβαίωση της συμφωνίας ενώ με το «όχι» της η Ρωσία ακριβώς πριν το δημοψήφισμα το επηρέαζε υπέρ του «όχι» δίνοντας κυρίως στο ΑΚΕΛ το επιχείρημα για την αντιστροφή της γραμμής του.

 

Το προβοκάρισμα των συνομιλιών Χριστόφια- Ταλάτ

 

Μετά το σχέδιο Aνάν έγινε άλλη μια απόπειρα για επίλυση του κυπριακού με συνομιλίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Αυτή έγινε όταν στην ηγεσία των δύο κοινοτήτων βρέθηκαν δύο καλοί φίλοι της Μόσχας ο Χριστόφιας του ΑΚΕΛ και ο Ταλάτ του αντίστοιχου τουρκοκυπριακού κόμματος. Το βασικό άρθρο πίστης των δύο συνομιλητών ήταν ότι δεν έπρεπε να αναλάβει βασικό διαιτητικό ρόλο ο ΟΗΕ αλλά να λύσουν το πρόβλημα μόνες τους οι δύο κοινότητες και ο ΟΗΕ απλά να παρακολουθεί από κοντά αυτές τις συνομιλίες και να τις διευκολύνει. Αυτή ήταν πάντα η απαίτηση της Ρωσίας όχι επειδή νοιαζόταν για την ανεξαρτησία του νησιού, αλλά επειδή από τη μια μεριά έλεγχε από την εποχή του Μακάριου την ελληνοκυπριακή διπλωματία και από την άλλη επειδή ζητούσε πάγια μόνο ενός είδους μεσολάβηση, μια Διεθνή Συνδιάσκεψη για την Κύπρο στην οποία αυτή θα μπορούσε να παίζει αποφασιστικό ρόλο στη σύνθεσή της πράγμα που δεν μπορούσε να κάνει μέσα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ όπου ήταν μειοψηφία, όπως αποδείχτηκε άλλωστε στο ψήφισμα του 2004. Ωστόσο επειδή οι συνομιλίες Χριστόφια-Ταλάτ προχωρούσαν κάτω από την πίεση κυρίως της ΕΕ, που ήθελε να κλείσει η μεγάλη πληγή της διασπασμένης Κύπρου που έχει εντός της, τις ανατίναξε το χακάρισμα των δεκάδων χιλιάδων αρχείων του τότε ειδικού συμβούλου του ΟΗΕ για το Κυπριακό αυστραλού Ντόουνερ. Αυτό το χακάρισμα έγινε σύμφωνα με τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΗΕ από την ΚΥΠ της Κύπρου, που ήταν κάτω από τη εξουσία του Χριστόφια αν και ο Χριστόφιας ποτέ δεν κατηγορήθηκε γι αυτό. Μέσα από αυτήν την υποκλοπή οι εχθροί της λύσης στην Κύπρο εντόπισαν κυρίως ένα έγγραφο της αλληλογραφίας του Ντόουνερ που το διαστρέβλωσαν στη συνέχεια έτσι ώστε να φαίνεται ότι ο ΟΗΕ, σαν δίαυλος των δυτικών θέλει να επιβάλλει δικές του προτάσεις στην ελληνοκυπριακή πλευρά και όχι να διευκολύνει τις συνομιλίες. Μετά από αυτή τη συκοφάντηση ο Χριστόφιας καθυστέρησε στο έπακρο τις συνομιλίες , στη συνέχεια προχώρησε σε μια επίθεση στις πιο διαλλακτικές από τις προηγούμενες φορές τουρκικές προτάσεις , επίθεση στην οποία βρήκε ανοιχτό υποστηρικτή του μόνο τη Ρωσία, και τελικά οι συνομιλίες βούλιαξαν και διακόπηκαν άδοξα. (http://cyprus-mail.com/2016/05/03/christofias-moscow-axis/)

 

Το μεγάλο και αποκαλυπτικό για Ρωσία-Κοτζιά ναυάγιο στο Κρανς Μοντανά

 

Στις τελευταίες διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού, αυτές του 2016-17 που μόλις κατέληξαν στο ναυάγιο του Κρανς Μοντανά στην Ελβετία η ρώσικη ανάμειξη ενάντια σε μια συμφωνία ήταν η πιο ανοιχτή και πιο ωμή από κάθε άλλη φορά. Και τούτο επειδή αυτή τη φορά μπορούσε να κάνει περισσότερες υποχωρήσεις η πολύ χτυπημένη από τη Δύση κυβέρνηση Ερντογάν για να βγει από το γενικότερο αδιέξοδο στο οποίο έχει βρεθεί η Τουρκία καθώς είναι παγιδευμένη στην κατοχή εδάφους ενός ευρωπαϊκού κράτους, πράγμα που την έχει, και δίκαια, απομονώσει διεθνώς. Επίσης ακόμα βαρύτερες αισθάνεται τις συνθήκες αυτής της διεθνούς απομόνωσης ο τουρκοκυπριακός πληθυσμός, που δεν μπορεί να έχει επαφή με τον έξω κόσμο, ειδικά με την Ευρώπη στην οποία ανήκει ο Νότος του νησιού, παρά μόνο μέσω Τουρκίας, και που στερείται κεφάλαια αλλά και συμμετοχή στους φυσικούς πόρους της Κύπρου (ιδιαίτερα σε ότι αφορά τον υποθαλάσσιο πλούτο σε υδρογονάνθρακες), επειδή ακόμα δεν βρίσκεται μια λύση.

Από την άλλη όσο περνάει ο καιρός ο ελληνοκυπριακός πληθυσμός καταλαβαίνει ότι η συνέχιση της μη λύσης παγιώνει την κατοχή της μισής χώρας του από τον ισχυρό στρατό μιας γειτονικής μεγάλης χώρας και ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο ανησυχητικό από αυτή τη συνεχιζόμενη σύγκρουση σε μια περιοχή του πλανήτη που κυριολεκτικά φλέγεται εξαιτίας των επεμβάσεων των μεγάλων δυνάμεων και την επέλαση των κάθε λογής κανιβαλισμών. Μάλιστα ένα όχι ασήμαντο κομμάτι της αστικοδημοκρατικής διανόησης της Κύπρου έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί στα σοβαρά ότι η μαύρη γραμμή του εθνοτικού διχασμού και της κατοχής έχει τουλάχιστον τα τελευταία 40 χρόνια την σφραγίδα του ρώσικου παράγοντα και πιέζει πιο έντονα από παλιά για μια λύση. Αυτή η γραμμή έχει αποδειχτεί ότι είναι πολύ ισχυρή μέσα στο κατεξοχήν ευρωπαϊκό κόμμα της Κύπρου, το ΔΗΣΥ, του οποίου την αρχηγία έχει ο για μας πολύ αμφίβολων στόχων και πολιτικής φυσιογνωμίας Αναστασιάδης. Ενώ φαίνεται δηλαδή σαν να είναι ευρωπαιόφιλος, στις κρίσιμες στιγμές συμπαρατάσσεται πάντα με το ρώσικο μπλοκ. Όμως έχει σημασία ότι η μεγάλη μάζα των στελεχών του κόμματος του θέλει μια λύση από την εποχή που αρχηγός του κόμματος ήταν ο Κληρίδης, ο οποίος παρά τις διαρκείς υποχωρήσεις του στους «απορριπτικούς» και στη Ρωσία, ήθελε πραγματικά την ενοποίηση του νησιού.

Από όλο αυτόν τον κόσμο που θέλει τη λύση και ιδιαίτερα για την ΕΕ που, όπως είπαμε παραπάνω, πιέζει ασταμάτητα για να τελειώσει η εκρηκτική κυπριακή περιπλοκή που την έχει καταπιεί μέσα της, δυναμώνουν οι πιέσεις για μια συμφωνία, οπότε γίνονται πιο δραματικές οι διαπραγματεύσεις κάθε φορά.

Έτσι αυτή τη φορά η ρώσικη διπλωματία βγήκε πιο ανοιχτά στο «κλαρί». Η κίνησή της σταθμός ήταν όταν στην αρχή του χρόνου ο πρεσβευτής της Ρωσίας στην Κύπρο Οσάτσι συμμετείχε καταχειροκροτούμενος σε ένα «σεμινάριο στελεχών» που το είχαν διοργανώσει οι απορριπτικοί για να συγκροτήσουν το μέτωπο του «όχι» (ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, Οικολόγοι κλπ) ώστε να ματαιώσουν την νέα απόπειρα λύσης μέσα από τις συνομιλίες Αναστασιάδη- Ακιντζί. Ο Οσάτσι ήταν ο μόνος πρεσβευτής που το έκανε αυτό και ήταν κάτι που δεν είχε ξαναγίνει ποτέ προηγούμενα. Όταν η παρουσία του εκεί έγινε γνωστή, οπότε προκλήθηκε μεγάλη δυσφορία στην κυβέρνηση Αναστασιάδη και το θέμα έπαιρνε απειλητικές διαστάσεις ο Οσάτσι βγήκε να πει ότι: «είχε την εντύπωση ότι πήγαινε σε μια συζήτηση όπου θα αναλύονταν επιστημονικές θέσεις, κάτι που θα μπορούσε να βοηθήσει και τις δικές του γνώσεις επί του θέματος». Οι γελοίες αυτές εξηγήσεις που έδωσε ο Οσάτσι «θεωρήθηκαν πολύ ικανοποιητικές από την κυβέρνηση»: (Πολίτης https://politis.com.cy/article/o-rosos-presvis-adiase-tous-pente), αλλά για όσους στην Κύπρο έχουν κάτι καταλάβει για το ποιος βάζει μπουρλότο κάθε φορά στη λύση το θέμα δεν έχει κλείσει.

Άλλωστε η φωτιά που ο Οσάτσι έβαλε στα φρύγανα του ελληνικού σοβινισμού δεν ήταν προορισμένη να καταλαγιάσει αφού ήδη ο πιο πιστός ΥΠΕΞ της Ρωσίας μέσα στην ΕΕ, αν όχι στον κόσμο ολόκληρο, ο Νίκος Κοτζιάς ανατίναξε τις συνομιλίες -που μόνο τυπικά θα τέλειωναν λίγους μήνες μετά στο Κρανς Μοντανά- όταν στα τέλη του 2016 με το γνωστό σήμερα σαν «έγγραφο Κοτζιά» έριχνε την βόμβα που κλείνει την πόρτα σε κάθε λύση στο κυπριακό για μια ολάκερη ιστορική περίοδο: τη θέση ότι η Αθήνα δεν αποδέχεται λύση του Κυπριακού η οποία δεν θα ακυρώνει την παραμονή «έστω και μικρής τουρκικής στρατιωτικής δύναμης για μεταβατική περίοδο» (Εφημερίδα Πολίτης, https://politis.com.cy/article/o-kotzias-i-engiisis-ke-o-nekrothaftis-tis-kgb) και κυρίως δεν θα απορρίπτει από την πρώτη στιγμή τις εγγυήσεις τρίτων χωρών. Διευκρινίζοντας την θέση του αυτή μέσα σε αυτό το πνεύμα είπε ότι θέλει «πρώτα απ όλα η ροή της αποχώρησης του (τουρκικού) στρατού να είναι διαρκής, μια μεγάλη αποχώρηση την πρώτη βδομάδα, αν είναι δυνατόν από την πρώτη μέρα, και μετά μια διαρκής αποχώρηση με μια προσδιορισμένη χρονική διορία» (Politico 15/01.2017 http://www.politico.eu/article/greek-minister-blamed-for-derailing-cyprus-reunification-talks-kotzias/).

 Έτσι ξαφνικά τοποθετημένη αυτή η απαίτηση και μάλιστα από την Ελλάδα και όχι από τους ελληνοκύπριους, σε συνδυασμό με την απουσία κάθε εγγύησης από την Τουρκία για την ασφάλεια των τουρκοκύπριων για μια μεταβατική περίοδο τόση ώστε η όποια συμφωνία να προλάβει να δοκιμαστεί στην πράξη και να έχει επιτευχθεί κάποια σχετική εμπιστοσύνη ανάμεσα στους δύο λαούς ώστε αυτή να λειτουργήσει, σημαίνει μαθηματικά σίγουρη απόρριψη της πρότασης από τους τουρκοκύπριους. Η αποχώρηση των στρατευμάτων πρέπει να αρχίσει από την αρχή της εφαρμογής με αποχώρηση ενός αρκετού μέρους του τούρκικου στρατού αλλά κατά στάδια, όπου θα επιβεβαιώνεται η εφαρμογή της συμφωνίας οπότε ο τουρκικός στρατός θα φτάσει σε πλήρη αποχώρηση ή έστω στους 600 στρατιώτες, μετά από αρκετά χρόνια, όπως πρόβλεπε το σχέδιο Ανάν. Αν δεν υπάρχει μια τέτοια μεταβατική περίοδος ο τουρκοκυπριακός πληθυσμός θα ζει στον τρόμο και το μόνο που θα κάνει θα είναι να στυλώνει τα πόδια σε κάθε βήμα εφαρμογής της συμφωνίας το οποίο θα απαιτεί κάποια στοιχειώδη εμπιστοσύνη. Από την άλλη μεριά κάθε τέτοιο στύλωμα θα είναι εργαλείο ενίσχυσης των τούρκων και τουρκοκύπριων σοβινιστών, όπως έγινε άλλωστε με το πρώτο κυπριακό Σύνταγμα του 1960, το επονομαζόμενο της Ζυρίχης, όταν αρνήθηκε την εφαρμογή του κυρίως ο Μακάριος.

 

Στον εσωτερικό πυρήνα του Κυπριακού η δικαιολογημένη ιστορική ανασφάλεια των τουρκοκύπριων

 

Τα λέμε αυτά γιατί το βαθύ πρόβλημα που βρίσκεται στον εσωτερικό πυρήνα του κυπριακού, είναι η απειλή που αισθάνθηκε η τουρκοκυπριακή εθνική μειονότητα στην Κύπρο από την ελληνοκυπριακή, στο βάθος νεοελληνική εθνοεκκαθαριστική νοοτροπία που είναι καθαρά τσαρικής επιρροής και υποδαύλισης. Αυτή η νοοτροπία έγινε πρακτική βία, με σφαγές εκατοντάδων αμάχων και με τον περιορισμό των τουρκοκύπριων σε θύλακες έκτασης ίσης με το 5% του κυπριακού εδάφους την ώρα που ο τουρκοκυπριακός πληθυσμός ήταν το 18% του συνολικού. Αυτά τα τρομερά και γενικά άγνωστα στον ελληνικό λαό έγιναν αφότου ιδρύθηκε το κοινό Κυπριακό κράτος στα 1960 με το Σύνταγμά του. Αυτά είναι που κάνουν τους τουρκοκύπριους να απαιτούν το στάτους της πολιτικά ίσης εθνότητας και όχι της εθνικής μειονότητας όπως θα κάνανε σε μια άλλη χώρα.

Την ανησυχία των τουρκοκύπριων, που υπήρχε πολύ πιο πριν από αυτά που περιγράψαμε παραπάνω και τα οποία απλά την επαλήθευσαν, την χρησιμοποίησε ο ιμπεριαλισμός, αρχικά ο εγγλέζικος, μετά ο αμερικάνικος για την κυριαρχία τους στο νησί, αλλά δεν την προκάλεσαν αυτοί, ούτε την προκάλεσε η Τουρκία, όπως ισχυρίζονται οι σοβινιστές και οι ψευτοδιεθνιστές του ΑΚΕΛ και του ψευτοΚΚΕ. Αντίθετα μάλιστα ήταν οι τουρκοκύπριοι που ζήτησαν προστασία από την Τουρκία όταν η Τουρκία δεν είχε κανέναν ενδιαφέρον για την Κύπρο.

Η εθνοεκκαθαριστική νοοτροπία του ελληνικού σοβινισμού δεν ήταν μια απλή ιδεολογική τάση, έχει γίνει πολλές φορές πράξη από την ελληνική άρχουσα τάξη με πρώτη μεγάλης κλίμακας εφαρμογή της τη μεθοδική εθνοκάθαρση όλου του τούρκικου πληθυσμού της Ελλάδας. Αυτή η εθνοκάθαρση εγκαινιάστηκε με μαζικές σφαγές και εξολόθρευση ή μετατροπή σε δούλους όλου του άμαχου τουρκικού πληθυσμού της Πελοποννήσου το 1821 και ολοκληρώθηκε ως το 1922 με τον εκτοπισμό των τούρκων ή στην τελική φάση της επέκτασης του ελληνικού κράτους το 1922 με την ανταλλαγή των πληθυσμών, δηλαδή σε συνδυασμό με την αντίστοιχη τουρκική εθνοκάθαρση σε βάρος του ελληνικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας όπου και εκεί την βασική κατακτητική κίνηση την έκανε η Βενιζελική Ελλάδα. Μόνο οι Τούρκοι της Θράκης έχουν διασωθεί από την ελληνική εθνοκάθαρση εξ αιτίας των διεθνών δεσμεύσεων της συνθήκης της Λωζάννης αλλά θα βρίσκονταν ακόμα σε μαύρη καταπίεση αν ο ελληνικός σοβινισμός δεν ήθελε να παρουσιάσει ένα ανθρώπινο πρόσωπο στην ΕΕ αφότου χώθηκε μέσα της.

Αυτοί που ξέρουν καλύτερα από όλους τι σημαίνει απρόκλητη ελληνική σοβινιστική εθνοκάθαρση είναι οι εθνικά μακεδόνες ή σλαβομακεδόνες (όπως τους αποκαλούσε το αληθινό ΚΚΕ εκτός από το σκέτο Μακεδόνες). Αυτή η εθνότητα που στο μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Μακεδονίας ήταν πλειοψηφία, πριν γίνει με τη βία εθνική μειονότητα , ποτέ δεν έκανε εθνοκάθαρση σε βάρος ελληνικού πληθυσμού, όπως μπορεί να βρει κανείς τέτοιες οθωμανικές ή τουρκικές «πρωτοβουλίες» σαν (πχ σφαγή Χίου από τους Οθωμανούς σαν απάντηση στη σφαγή των τούρκων αμάχων της Τρίπολης, εθνοκάθαρση του ελληνικού πληθυσμού της Μικρασίας μετά την βενιζελική εισβολή και κατοχή των παραλίων της Τουρκίας, εθνοκάθαρση των ελληνοκύπριων της κατεχόμενης Βόρειας Κύπρου το 1974 με πρόσχημα την προηγούμενη εθνοκάθαρση των τουρκοκύπριων της Νότιας Κύπρου από τους χουντικούς πραξικοπηματίες του Σαμψών κλπ). Κι όμως η μακεδονική εθνική μειονότητα δέχτηκε όλη την εθνοεκκαθαριστική και ομογενοποιητική βία του ελληνικού κράτους (και οι πρόσφυγες του ΔΣΕ την δέχονται ακόμα). Σήμερα η καταπίεση και η βία σε βάρος της μακεδονικής εθνικής μειονότητας είναι μειωμένη λόγω της πίεσης της Ευρώπης και των αφομοιωτικών στο ρωσοκρατούμενο «ορθόδοξο τόξο» πολιτικών επιχειρήσεων που διεξάγει η ελληνική πολιτική ηγεσία ενάντια στη Δημοκρατία της Μακεδονίας.

 

Η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα και η αντίθεση των τουρκοκύπριων στην Ένωση και της Κύπρου

 

Η τουρκοκυπριακή εθνική μειονότητα αισθάνθηκε με μεγάλη ένταση την ανάσα του θανάτου και του διωγμού από τις εστίες της όταν είδε στα τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα την εξόντωση ή το διώξιμο όλων των Τούρκων της Κρήτης, των λεγόμενων τουρκοκρητικών, αφότου μπήκε ζήτημα Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικές ιδιαίτερα οι σφαγές των Τουρκοκρητικών αμάχων του 1897, όταν ο πόλεμος για την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα κορυφώθηκε. Η Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα ήταν πάντα ένα πρόβλημα για τους τουρκοκύπριους στο 18ο αιώνα, ενώ προηγούμενα ζούσαν πολύ ειρηνικά με τους ελληνοκύπριους ενωμένοι στην συντριπτική πλειοψηφία τους σαν φτωχοί αγρότες ενάντια στους Οθωμανούς Αγάδες, στον ελληνικό πλούσιο φεουδαρχικό κλήρο και τους επίσης έλληνες φοροεισπράκτορες του Σουλτάνου. Οι κοινές εξεγέρσεις τους ενάντια στους κοινούς καταπιεστές τους ήταν το τσιμέντο μιας μελλοντικής κυπριακής εθνικής ενότητας. Το πρώτο αλλά όχι αποφασιστικό πλήγμα σε αυτήν την ενότητα το έδωσε όχι τυχαία η ανάμειξη της Ρωσίας που έσπρωξε την ελληνική άρχουσα τάξη το 1804 ενάντια στους Τούρκους προκειμένου να διασπάσει και να καταστείλει μια ενιαία αγροτική εξέγερση.

Δεν είναι της ώρας να κάνουμε μια λεπτομερειακή ιστορική αναδρομή στην διακοινοτική σύγκρουση στην Κύπρο. Το σίγουρο είναι ότι αυτόν το γενικά δικαιολογημένο φόβο των τουρκοκύπριων απέναντι στο κεντρικό αίτημα των ελληνοκύπριων για Ένωση με την Ελλάδα τον εκμεταλλεύτηκε κάποια στιγμή η Αγγλία για να κρατήσει τα αποικιακά της προνόμια για όσο περισσότερο διάστημα μπορούσε, ενώ αργότερα οι ηγεμονικές ΗΠΑ κοίταξαν να αντιμετωπίσουν αυτό το φόβο με έναν τρόπο σύμφωνο με τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα τους, δηλαδή με τον τεμαχισμό του νησιού και την ένωση κάθε κομματιού με τα δύο κράτη που οι ΗΠΑ ήθελαν πάσει θυσία να κρατήσουν στο ΝΑΤΟ, την Ελλάδα και την Τουρκία.

 

Χωρίς να είναι εθνοτικά ενωμένη η Κύπρος δεν μπορεί ποτέ να είναι ελεύθερη, ούτε ανεξάρτητη

 

Αυτόν τον τεμαχισμό ποτέ δεν τον δέχτηκε ο ελληνοκυπριακός λαός, αλλά ούτε και οι δημοκράτες τουρκοκύπριοι. Το μεγάλο όμως πρόβλημα ήταν ότι η Κύπρος δεν μπορούσε ποτέ να είναι Ενωμένη με την Ελλάδα και να είναι πραγματικά δημοκρατική και ελεύθερη χωρίς να είναι ενωμένη μέσα της, δηλαδή χωρίς ενότητα των δύο εθνοτήτων που την αποτελούσαν. Αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση σήμαινε ότι η πλειοψηφική εθνότητα που ήθελε την Ένωση με την Ελλάδα έπρεπε να καθησυχάσει τη μειοψηφική εθνότητα ότι θα ζούσε μέσα στην Ελλάδα σε άπλετη δημοκρατία, σε ισονομία και πάνω από όλα με πλήρη ασφάλεια, δηλαδή ότι η αιματηρή γραμμή του μεγαλώματος της Ελλάδας με διάφορες Ενώσεις τέτοιου είδους θα τέλειωνε στην Κύπρο. Τι έκαναν όμως οι έλληνες Ενωτικοί; Ακριβώς το αντίθετο. Υιοθέτησαν όλα τα εθνοεκκαθαριστικά ιδεολογικά στοιχεία της νεοελληνικής άρχουσας τάξης και μάλιστα στην πιο ακραία τους εκδοχή και τρομοκράτησαν τους τουρκοκύπριους πριν καν έρθουν στην εξουσία. Θεώρησαν δηλαδή εντελώς φυσιολογικό που μόνο 67 Τουρκοκύπριοι ψήφισαν την Ένωση με την Ελλάδα στο δημοψήφισμα που διοργάνωσαν του 1950, κόντρα στην αγγλική κυριαρχία, όπου απέσπασαν ένα 97% των ψήφων των ελληνοκύπριων.

Η κακοδαιμονία της Κύπρου οφείλεται στο βάθος στο ότι ο αγώνας τους για Ένωση, όχι στο επίπεδο της βάσης του αλλά στο επίπεδο της ηγεσίας του, δηλαδή στο καθοδηγητικό του επίπεδο, δεν ήταν αγώνας για δημοκρατία, ούτε για αληθινή κυπριακή Ελευθερία . Η απόδειξη ότι δεν ήταν τέτοιος ο αγώνας είναι ότι ο αδιαμφισβήτητος πολιτικο-ιδεολογικός ηγέτης του αγώνα για Ένωση ήταν ο μεγαλύτερος φεουδάρχης της Κύπρου, η κυπριακή εκκλησία (και όχι η αρκετά ανεπτυγμένη εμπορική αστική τάξη), η οποία όχι τυχαία όρισε ως στρατιωτικό αρχηγό του απελευθερωτικού αντιαποικιακού αγώνα, δηλαδή αρχηγό της ΕΟΚΑ τον αρχηγό της Χι, τον περιβόητο Γρίβα, έναν τόσο ορκισμένο εμφυλιοπολεμικό αντικομμουνιστή και τόσο φασίστα που σαν κύριο εχθρό του στην Ελλάδα είχε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και καλύτερους φίλους του και τελικά ακόμα και μαχητές του τους χειρότερους εχθρούς της ελευθερίας του ελληνικού λαού, τους ταγματασφαλίτες.

Πως μπορούσε αυτός ο αγώνας να πετύχει τον κεντρικό του στόχο όταν όχι μόνο απέκλειε σαν μέλη του, αλλά ακόμα και σαν συμμάχους τους στον αντι-αγγλικό αγώνα, και πολεμούσε σαν προδότες τον ανθό του κυπριακού δημοκρατισμού και της προόδου που ήταν το τότε κομμουνιστικό ΑΚΕΛ, παρόλα τα λάθη του. Και όχι μόνο. Το ΑΚΕΛ ήταν το μόνο κόμμα που μπορούσε να ενώσει τις δύο εθνότητες και μπόρεσε πραγματικά να τις ενώσει σε μεγάλο βαθμό ενώνοντας τη φτωχολογιά τους, και ιδίως τους τουρκοκύπριους και ελληνοκύπριους εργάτες τους, σε κοινά συνδικάτα πριν τους διασπάσουν ο ελληνικός και ο τούρκικος φασισμός που αγκαλιάστηκαν πάντα ενάντια στην ενότητα και στην ανεξαρτησία της Κύπρου, φτιάχνοντας οι μεν την φασιστική χουντική ΕΟΚΑ Β, οι δε τη φασιστική ΤΜΤ της πιο δεξιάς πλευράς του τούρκικου κράτος.

Η μεγάλη αντίφαση του κυπριακού αγώνα είναι ότι ήταν προδομένος από την αρχή γιατί η ηγεσία του, ένα μέρος συνειδητά και ένα άλλο από άγνοια πήγε να ενώσει την Κύπρο με την χειρότερη ελληνική αντίδραση και να την ακολουθήσει στην υποτέλειά στον τότε κύριο εχθρό των λαών, στους αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές και αργότερα ως σήμερα στον ρώσικο σοσιαλιμπεριαλισμό. Γι αυτό απέτυχε η ενοποίηση του κυπριακού λαού και το 1964 και σε άλλες απόπειρες πριν την εισβολή του 1974 και σε άλλες μετά από αυτήν. Και θα αποτυγχάνει πάντα όσο δεν νικιέται το σαράκι της εθνοτικής διάσπασης κύρια από την πλειοψηφική εθνότητα και μετά από την μειοψηφική, ενώ είναι βασική δουλειά και των προοδευτικών ανθρώπων στην Ελλάδα και στην Τουρκία να παλεύουν ενάντια στους έλληνες και στους τούρκους φασίστες και σοβινιστές που τις περισσότερες φορές είναι αγκαλιασμένοι στο κοινό μίσος τους ενάντια σε μια ενωμένη και ανεξάρτητη Κύπρο που η ύπαρξή της θα εξαρτάται πάντα από την ενότητα των δύο εθνοτήτων στην Κύπρο και τη δύναμη των δημοκρατικών αντιιμπεριαλιστικών κινημάτων στην Ελλάδα και στην Τουρκία.

 

Με επικεφαλής τους ναζιστές ο νέο-Ενωτισμός του Κοτζιά

 

Μέσα σε αυτά τα αναλυτικά πλαίσια μπορεί να καταλάβει κανείς τι σημαίνει αυτή η νέα απαίτηση «έξω όλα τα κατοχικά στρατεύματα-κάτω τώρα οι εγγυήσεις» από τους Κοτζιά-Τσίπρα , απαίτηση που δεν μπήκε ποτέ μετά από το 1974 σαν όρος για την αρχή της διαδικασίας της ενοποίησης του νησιού, αλλά σαν καταληκτικός στόχος της. Να γιατί η κραυγή αυτή του Κοτζιά εισπράττει τα θυελλώδη χειροκροτήματα κάθε απορριπτικού, κάθε φασίστα, κάθε σοβινιστή αλλά και κάθε κάλπικου αντιιμπεριαλιστή -δηλαδή μονόπλευρα αντιδυτικού αντιιμπεριαλιστή λόγω φιλορωσισμού- στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Να γιατί αυτή η δήθεν εθνικοανεξαρτησιακή κραυγή έθαψε τον Ιούνη στο Κρανς Μοντανά οριστικά όχι μόνο αυτήν εδώ την απόπειρα επίλυσης, αλλά ίσως για πολύ καιρό και κάθε άλλη ανάλογη, πράγμα που ασφαλώς θα ικανοποίησε και τους αντίστοιχους Τούρκους ορκισμένους διχοτομιστές που έχουν συνηθίσει στην ιδέα ότι η Βόρεια Κύπρος είναι δικιά τους. Από το ίδιο παραπάνω εξαιρετικό άρθρο του Πολίτη της 5/12/ 2016 καταλαβαίνουμε ότι η πρόταση για κατάργηση από τώρα των εγγυήσεων, οπότε και της παρουσίας του τούρκικου στρατού, μόνο φαινομενικά είναι του Κοτζιά, δηλαδή ότι ο Κοτζιάς ήταν απλά λαγός του αφεντικού του Πούτιν όταν πρωτοέθεσε αυτό το ζήτημα τον Απρίλη του 2015, καθώς αμέσως μετά ο γνωστός μας Οσάτσι το έθεσε, σύμφωνα με το άρθρο, «με έναν τρόπο που αν ήταν αμερικανός η Βρετανός θα είχε ζητηθεί ήδη η ανάκλησή του».

Ωστόσο αυτό που μας ανησυχεί ακόμα περισσότερο στη νέα πλατφόρμα του φασισμού και του σοσιαλφασισμού στην Ελλάδα και στην Κύπρο για τη δήθεν επίλυση του Κυπριακού, είναι ότι κάτι μέσα σε όλα αυτά μυρίζει αναβίωση του Ενωτισμού φασιστικού τύπου, ο οποίος είναι ακόμα όμως ντυμένος με τα ρούχα της Ανεξαρτησίας της Κύπρου καθώς και του αντιιμπεριαλιστικού διεθνισμού.

Δεν μας έβαλε τόσο αυτή τη σκέψη στο μυαλό η εξής αναφορά στο παραπάνω άρθρου του Πολίτη «Το πιο ανησυχητικό στοιχείο στο «έγγραφο Κοτζιά», είναι η επαναφορά, μετά από 42 χρόνια, της θεωρίας του «εθνικού κέντρου». (Γιατί ως γνωστό) ότι χωρίς την Ελλάδα δεν μπορεί να υπάρξει τροποποίηση των Συνθηκών, και χωρίς αυτήν δεν μπορεί να υπάρξει λύση. Στο «έγγραφο Κοτζιά» αναφέρεται λοιπόν ξεκάθαρα ότι η Ελλάδα θα χρησιμοποιήσει αυτό το εργαλείο για να μπλοκάρει μια λύση, έστω κι αν τη συμφωνήσουν οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι».

Αυτός είναι ένας φασιστικού τύπου εκβιασμός του Κοτζιά που χρησιμοποιεί μια Συνθήκη εγγυήσεων την οποία στην ουσία καταγγέλλει για να πει ότι σαν εγγυητής δεν θα δεχτεί καμιά λύση, δηλαδή αλλαγή αυτής της Συνθήκης, που δεν την αποδέχεται η Ελλάδα, ακόμα και αν οι δύο κοινότητες την δεχτούν. Αυτό το τελευταίο δεν το λέει καθαρά το έγγραφο, αλλά σαφώς εννοείται. (Το έγγραφο Κοτζιά μπορεί να το βρει κανείς στο:http://archive.philenews.com/el-gr/top-stories/885/337157/apokalyptoume-to-engrafo-tou-ellina-ypex-gia-tis-engyiseis)

 Αν αυτός ο εκβιασμός δεν είναι απαίτηση για υποταγή της Κύπρου στην Ελλάδα, δηλαδή για μια Ελλάδα «Εθνικό κέντρο» με χουντική νοοτροπία κυριαρχίας, μια Ελλάδα με μια νέου τύπου ακήρυκτη μαύρη «Ένωση», τότε τι είναι ;

Αλλά και αν θελήσουμε για λίγο να ελπίσουμε ότι κάτι άλλο εννοεί στο έγγραφο του ο Κοτζιάς προσγειωνόμαστε στην πιο φρικτή πραγματικότητα όταν διαβάζουμε ότι μπήκε σαν σχολική γιορτή στην Κύπρο το δημοψήφισμα του 1950 για την Ένωση, ναι για την Ένωση και για το δημοψήφισμα που με τους πολιτικούς όρους και τις συνθήκες που έγινε άνοιξε το δρόμο πολύ λιγότερο στην ανεξαρτησία και πολύ περισσότερο στην διάσπαση της Κύπρου, στην υποταγή της στον ιμπεριαλισμό και στους δύο σοβινισμούς του Αιγαίου και τελικά στο διαμελισμό και στη μισοκατοχή της.

Αλλά και πάλι υπάρχει μια ελπίδα: Υπάρχουν πολλοί καλοί άνθρωποι στην Κύπρο που πιστεύουν ότι η Ένωση ήταν η λύση, ότι στο κάτω-κάτω είχε μέσα την και τον πόθο για ελευθερία από την αποικιοκρατία είχε και τους ήρωες και μάρτυρές της που ο ελληνοκυπριακός λαός αγαπάει. Μήπως λοιπόν μήπως αυτός ο ψευδο-Ενωτισμός είναι μια επιστροφή του εθνικού ρομαντισμού μπροστά στην αποτυχία των διαφόρων πολύπλοκων σχεδίων λύσης.

Όχι δεν είναι τέτοιου είδους αυτή η γιορτή. Απόδειξη είναι ότι η γιορτή αποφασίστηκε πάνω στις συνομιλίες για το Κυπριακό και είχε σαν αποτέλεσμα να διακοπούν οι συνομιλίες και να δηλητηριαστούν ανεπανόρθωτα γιατί η τουρκοκυπριακή πλευρά θεωρεί την Ένωση και ειδικά το δημοψήφισμα του 1950 σαν την αρχή του αποκλεισμού και των παθών της. Η γιορτή έχει στόχο όχι μόνο την γενικότερη διάσπαση αλλά και να αναβιώσει στο ιδεολογικό επίπεδο έναν Ενωτισμό χουντικού τύπου. Η απόδειξη βρίσκεται στο ποιος είναι αυτός που εισηγήθηκε το νόμο για το γιορτασμό στην κυπριακή Βουλή και η εισήγηση του αυτή ψηφίστηκε από την πλειοψηφία της.

Μα είναι η “Χρυσή Αυγή”. Ναι το επίσημο παράρτημα της “Χρυσής Αυγής” στην Κύπρο, που λέγεται ΕΛΑΜ και που ο αρχηγός του ήταν ο σωματοφύλακας του Μιχαλολιάκου. Ναι όλα τα κόμματα της Κύπρου ψήφισαν την πρόταση των ναζί με εξαίρεση το ΑΚΕΛ που καταψήφισε την πρόταση για να καλυφθεί όπως θα δούμε πολιτικά και το ΔΗΣΥ, που έκανε αποχή. Αυτή η «Ένωση» στην πραγματικότητα δεν είναι χουντικού, είναι ναζιστικού τύπου. Η πιο κατάπτυστη στάση ήταν του ΔΗΣΥ, του Αναστασιάδη, που με την αποχή του επέτρεψε στη Χρυσή Αυγή να περάσει το νόμο, γιατί μαζί με το ΑΚΕΛ το ΔΗΣΥ έχει πλειοψηφία. Ο Αναστασιάδης ήθελε να καθησυχάσει τη βάση του αλλά ήθελε πάνω απ΄ όλα να περάσει ο νόμος. Όσο για το ΑΚΕΛ άλλοι υποκριτές αυτοί. Αν ήθελε στα αλήθεια να καταψηφιστεί ο νόμος και όχι να καλυφθεί από τη βάση του θα φανέρωνε σε όλη την Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο ότι η Κύπρος ψηφίζει εθνικές γιορτές μετά από υπόδειξη των ναζιστών.

 

Ο νέο-Ενωτισμός: Μια υπόδουλη στη Ρωσία Ελλάδα θέλει να κουμαντάρει μια πιο ατίθαση Κύπρο

 

Το ότι κανένα κοινοβουλευτικό κόμμα στην Ελλάδα δεν έκανε φασαρία γι αυτό το αίσχος δείχνει ότι η απόφαση ήταν εντολή από πολύ ψηλά, εντολή από τα μεγάλα νεοχιτλερικά αφεντικά. Το μόνο που χρειάζεται να εξηγηθεί είναι το πως μπορεί ξαφνικά η Ρωσία να θέλει τον Ενωτισμό, ενώ τον χτυπάει με λύσσα εδώ και μισό αιώνα. Τον χτυπούσε με λύσσα για να έχει στο χέρι την Κύπρο όσο η Ελλάδα ήταν δυτική. Τώρα η Ρωσία ελέγχει όλες τις πολιτικές της ηγεσίες και την λεγόμενη «εθνική» της γραμμή, όσο ίσως πουθενά αλλού. Ωστόσο δεν πιστεύουμε καθόλου ότι θα δώσει την Κύπρο στην Ελλάδα γιατί καμιά χώρα δεν είναι εντελώς σίγουρη για τη Ρωσία και γιατί την Κύπρο τη θέλει διασπασμένη και για πάρτη της για να διασπάει την ΕΕ και να δελεάζει την Τουρκία. Νομίζουμε ότι αυτόν τον όψιμο Ενωτισμό η Ρωσία απλά τον θέλει γιατί απλά ελέγχει πολύ περισσότερο την Ελλάδα από την Κύπρο και θέλει να χρησιμοποιεί την πρώτη για τον έλεγχο της δεύτερης. Ήδη το γεγονός ότι η Κύπρος διαθέτει αντιρώσικες φράξιες στην αστική της τάξη, ενώ στην Ελλάδα δεν υπάρχει ούτε μια τέτοια ανοιχτά εκδηλωμένη αντιρώσικη αστική τάξη και το πατριωτικό αυτό καθήκον το έχει αναλάβει ένα προλεταριακό απόσπασμα που λέγεται ΟΑΚΚΕ, λέει πολλά για τη νέα τακτική των νέων τσάρων.

Δεν μπορεί να υπάρξει λύση του Κυπριακού χωρίς ένα μεγάλο δημοκρατικό κίνημα στην Κύπρο, κυρίως στο Νότο

Τελειώνοντας αυτό εδώ το όχι τόσο σύντομο σημείωμα, θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε το εξής: Όταν σε όλες τις διαπραγματεύσεις για την Κύπρο υποστηρίξαμε τους φίλους μιας λύσης ενάντια σε αυτούς που κάθε φορά την απέρριπταν δεν σημαίνει ότι θεωρούμε αυτές τις λύσεις σαν αληθινές λύσεις όσο η κοινή γνώμη, ειδικά στην ελληνοκυπριακή πλευρά είναι τόσο δηλητηριασμένη από την ψεύτικη εικόνα που έχει οικοδομήσει για το κυπριακό πρόβλημα η ελληνική κυρίως αλλά και η ελληνοκυπριακή αστική τάξη. Όλες αυτές οι λύσεις δεν επιχειρούνται στα αλήθεια από τις ελληνικές και ελληνοκυπριακές κυβερνήσεις, αλλά αποτελούν προσποιήσεις για να εξαπατήσουν κυρίως τη Δύση. Το σχέδιο Ανάν χρησιμοποιήθηκε σαν μέθοδος για να αποσπάσουν την εισδοχή της Κύπρου στην Ευρώπη και μόλις την πέτυχαν το ποδοπάτησαν. Αυτό ήταν το νόημα της κωλοτούμπας του πιο άτιμου και του πιο διπρόσωπου από όλα τα κυπριακά κόμματα, του ΑΚΕΛ. Οι διαπραγματεύσεις Χριστόφια-Ταλάτ είχαν σαν αποτέλεσμα (αν όχι σαν στόχο) να καθησυχάσουν την Ευρώπη όσο η Κύπρος γινόταν μια τραπεζική αποικία της Ρωσίας. Όσο για την τελευταία αυτή διαπραγμάτευση νομίζουμε ότι είχε σαν κύριο στόχο να δικαιολογήσει τα γεωπολιτικά παιχνίδια που παίζει η Κύπρος για λογαριασμό της Ρωσίας με την εξόρυξη των υδρογοναθράκων χωρίς να διαμαρτυρηθεί η ΕΕ ότι η Βόρεια Κύπρος και η Τουρκία έμειναν έξω από το παιχνίδι με οποιαδήποτε ευθύνη της κυπριακής κυβέρνησης ή της Ελλάδας.

Γι αυτό κιόλας από την εποχή του σχεδίου Ανάν είχαμε ρίξει τη γραμμή «αποχή από το δημοψήφισμα γιατί είναι μια απάτη από την αρχή». Αυτές οι διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να δώσουν λύσεις παρά μόνο να δώσουν σενάρια για μια μελλοντική λύση και να αποκαλύψουν έτσι τις προθέσεις αυτών που τα απορρίπτουν από εθνικιστική η ιμπεριαλιστική ιδιοτέλεια.

Το έχουμε πει και το ξαναλέμε για πολλοστή φορά: λύση στην Κύπρο χωρίς ένα μεγάλο δημοκρατικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα κυρίως στο Νότο λύση δεν μπορεί να υπάρξει. Εκείνο που μπορούν ως τότε να κάνουν οι δύο λαοί είναι όσο πιο πολύ να επικοινωνούν, όλο και πιο πολύ να αλληλοβοηθιούνται όλο και πιο πολύ να συζητούν και να αλληλοδιαφωτίζονται για την ιστορία της σύγκρουσης. Το πιο βασικό είναι να είναι ενωμένοι ενάντια στον φασισμό και το σοσιαλφασισμό που είναι πιο ισχυρός σήμερα στην Ελλάδα και στον κυπριακό Νότο παρά στο κυπριακό Βορρά και στην Τουρκία παρόλο που στις δύο τελευταίες περιπτώσεις η πολιτική καταπίεση είναι πιο ανοιχτή.