Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Η. ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΚΕ ΟΑΚΚΕ ΣΤΗΝ EΡΤ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ 2024

   

 

ΔΙΑΚΑΝΑΛΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΟΑΚΚΕ ΣΤΙΣ 26 ΜΑΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ 2024

   

 

ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΛΗ

Νέα Ανατολή αρ.φ.559 (εδώ μπορείτε να βρείτε τα φύλλα από φ.486-Μάρτης 2013-και νεώτερα)

  Που μπορείτε να βρείτε την έντυπη έκδοση της Νέας Ανατολής

1pag559

 

crisis russia

Άρθρα Αναφοράς

OAKKE WEB TV

Εκδόσες Μεγάλη Πορεία

ΑΝΤΙΝΑΖΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ

http://www.antinazi.gr/ 

www.antinazi.gr

ΑΝΤΙ ΝΑΖΙ

 

Εμπειρίες ενός εργαζόμενου στα ΕΑΣ ή το χρονικό ενός προαποφασισμένου θανάτου

 

Έ­νας φί­λος μας, α­να­γνώ­στης της Νέ­ας Α­να­το­λής, ερ­γα­ζό­με­νος στα Ε­ΑΣ κα­τέ­γρα­ψε για μας, σε έ­να ζω­ντα­νό και πυ­κνό κεί­με­νο του, τη μα­κρό­χρο­νη εμπει­ρί­α του α­πό τον τρό­πο με τον ο­ποί­ο χτυ­πή­θη­κε α­πό τα μέ­σα και α­πό τα έ­ξω το ερ­γο­στά­σιο των Ε­ΑΣ

(Eλλη­νι­κών Α­μυ­ντι­κών Συ­στη­μά­των) για να στα­ματή­σει τε­λι­κά τη λει­τουρ­γί­α του και να φτά­σει σή­με­ρα να εί­ναι στα πρό­θυ­ρα του κλει­σί­μα­τος. Αυ­τές τις μέ­ρες εί­ναι ή­δη σε ε­ξέ­λι­ξη μια εν­δο­κυ­βερ­νη­τι­κή σύ­γκρου­ση, ό­που οι σα­μπο­τα­ρι­στές, με εκ­πρό­σω­πο τον Στουρ­νά­ρα, κρυμ­μέ­νοι πί­σω α­πό την τρό­ι­κα -που της προ­σά­πτουν ό,τι θέ­λουν δια­στρε­βλώ­νο­ντας την αλ­λη­λο­γρα­φί­α- προ­σπα­θούν να δια­λύ­σουν τα Ε­ΑΣ και μια άλ­λη γραμ­μή, με εκπρό­σω­πο τη Γεν­νη­μα­τά που θέ­λει τη διά­σω­ση και έ­χει προ­τεί­νει έ­να σχέ­διο διά­σω­σης το ο­ποί­ο οι ερ­γα­ζό­με­νοι γε­νι­κά α­πο­δέ­χο­νται. Ό­χι τυ­χαί­α στην τε­λευ­ταί­α, και μό­νο σε αυ­τήν, ε­πι­τέ­θη­καν μέ­λη του ΠΑ­ΜΕ του ερ­γο­στα­σί­ου έξω α­πό το Μα­ξί­μου και την έ­βρι­σαν και την προ­πη­λά­κι­σαν στις 10 του Σε­πτέμ­βρη. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα πά­ντως και στην πε­ρί­πτω­ση των Ε­ΑΣ, και της ΕΛ­ΒΟ και της ΛΑΡ­ΚΟ, το κυρί­ως πο­λι­τι­κό παι­χνί­δι α­φο­ρά την διεκ­δί­κη­ση του κα­θε­στώ­τος για κού­ρε­μα του χρέ­ους και γι αυ­τό το παι­χνί­δι γί­νο­νται του κό­σμου οι προ­σποι­ή­σεις για σύ­γκρου­ση ή ό­χι με την Τρό­ι­κα. Σε κά­θε πά­ντως πε­ρί­πτωση ξέ­ρου­με τι θέ­λουν κυ­βέρ­νη­ση και α­ντι­πο­λί­τευ­ση: κλεί­σιμο κά­θε με­γάλης βιο­μη­χα­νί­ας ε­κτός αν πε­ρά­σει σε ρώ­σι­κη ή κι­νέ­ζι­κη ι­διο­κτη­σί­α.

Εμπειρίες ενός εργαζόμενου στα ΕΑΣ ή το χρονικό ενός προαποφασισμένου θανάτου

Η αγ­γε­λί­α σε μια ε­φη­με­ρί­δα, με ο­δή­γη­σε σε μια α­νερ­χόμε­νη ε­ται­ρεί­α ε­κεί­νη την ε­πο­χή. (1)

Το εργοστάσιο στο οποίο θα πήγαινα να δουλέψω ήταν θυγατρική μιας μεγάλης αμυντικής βιομηχανίας.(2) Αργότερα ενσωματώθηκε στη μητρική  εταιρεία.

Ό­πως λέ­γα­νε οι πα­λιοί τό­τε το ερ­γο­στά­σιο αυ­τό α­νή­κε σε ι­διώ­τες (3) οι ο­ποί­οι  δεν μπο­ρού­σαν να ε­ξα­σφα­λί­σουν μια εγ­γυ­η­τι­κή ε­πι­στο­λή τράπε­ζας για να υ­πο­γρά­ψουν μια με­γά­λη σύμ­βα­ση με άλ­λο κρά­τος που ή­ταν σε πόλε­μο. (4) Έ­τσι η ι­διω­τι­κή ε­ται­ρεί­α με­τά μια πε­τυ­χη­μέ­νη πορεί­α στον κα­τα­σκευα­στι­κό αλ­λά και στον α­μυ­ντι­κό το­μέ­α με πολ­λές δου­λειές στο ε­νερ­γη­τι­κό της, χρε­ο­κό­πη­σε τό­τε (5) με α­πο­τέ­λε­σμα να μην  μπο­ρεί να πλη­ρώ­σει υ­παλ­λήλους, προ­μη­θευ­τές και τρί­τους. Το ερ­γο­στα­σια­κό σω­μα­τεί­ο που το έ­λεγ­χε η τό­τε Ε­ΣΑΚ-Σ προ­κή­ρυ­ξε ε­πίσχε­ση ερ­γα­σί­ας για την κα­το­χύ­ρω­ση των δε­δου­λευ­μέ­νων, μέ­χρι που μια μέ­ρα ήρ­θε και το α­γό­ρα­σε η κρα­τι­κή ε­ται­ρεί­α. Τό­τε βγήκαν και οι εγ­γυ­η­τι­κές αλ­λά ά­νοι­ξαν και άλ­λες πόρ­τες. Ό­ταν πή­γα ε­κεί ή­ταν πρό­σφα­τα τα γε­γο­νό­τα και πριν να πε­ρά­σει το 10μη­νο α­πό την ε­ξα­γο­ρά της ε­ται­ρεί­ας το ερ­γο­στα­σια­κό σω­μα­τεί­ο ξε­κι­νά­ει μια νέ­α α­περ­γί­α. Αυ­τή τη φο­ρά για την υ­πο­γρα­φή νέ­ας συλ­λο­γι­κής σύμ­βα­σης. Δύ­ο ε­βδο­μά­δες έ­ξω οι ερ­γα­ζό­μενοι α­περ­γού­σαν παίζο­ντας μπά­λα “για να σπά­σουν τα νεύ­ρα της ερ­γο­δο­σί­ας”.

Ό­ταν ο τό­τε πρω­θυ­πουρ­γός της χώ­ρας α­πο­φά­σι­σε να “χα­λά­σει τα μπάνια του λα­ού” (6) και να πά­ει σε ε­κλο­γές, τα πράγ­μα­τα άλ­λα­ξαν που λέ­νε. Καθη­με­ρι­νά έρ­χο­νταν αρ­κε­τοί και­νούρ­γιοι ερ­γα­ζό­με­νοι και ο­λο­έ­να και πλη­θαί­να­με. Στην πλειο­ψη­φί­α τους ή­ταν τό­τε ό­λοι νέ­α παι­διά, α­δη­μιούρ­γη­τοι. Αρκε­τοί α­πό αυ­τούς ή­ταν και α­πό την ί­δια πε­ριο­χή, τις ί­διες γει­το­νιές! Ή­ταν κά­τι γρα­φεία λέ­γα­νε τό­τε ευ­ρέ­σε­ως ερ­γα­σί­ας. Κά­θε πε­ριο­χή και γρα­φεί­ο. Μά­λι­στα σου δί­να­νε και ταυ­τό­τη­τα για να μη χά­νε­σαι. Κι άλ­λοι εί­χαν λό­γο και με­σο­λα­βού­σαν για μια προ­σλη­ψού­λα. Λί­γο ο το­πι­κός άρ­χο­ντας, λί­γο ο τραπε­ζί­της της πε­ριο­χής, λι­γου­λά­κι ο πα­πάς της ε­νο­ρί­ας, το ερ­γα­τι­κό κέ­ντρο. Βέβαια, έ­νας συν­δι­κα­λι­στής μά­λι­στα του ερ­γα­τι­κού κέ­ντρου εί­χε υ­πο­σχε­θεί ότι θα το γε­μί­σει το μα­γα­ζί με δι­κούς του για “να πά­ρω το σω­μα­τεί­ο α­πό τους ΚΚΕ­δες”. Πολ­λοί ερ­γα­ζό­με­νοι προ­έρ­χο­νταν και α­πό τις το­πι­κές κοι­νω­νί­ες, αν και ό­πως έ­μα­θα πα­λαιό­τε­ρα  ή­ταν α­ντί­θε­τοι με τη δη­μιουρ­γί­α ερ­γο­στα­σί­ου της ι­διω­τι­κής ε­ται­ρεί­ας στην πε­ριο­χή τους “για λό­γους πε­ρι­βαλ­λο­ντο­λο­γικούς” με α­πο­τέ­λε­σμα να προ­βαί­νουν σε σα­μπο­τα­ριστικές ε­νέρ­γειες, ό­πως να πη­γαί­νουν το βρά­δυ και να ρί­χνουν κά­τω την πε­ρί­φρα­ξη.

Το ερ­γο­στά­σιο ο­λο­έ­να και με­γά­λω­νε. Εί­χα­νε αρ­χί­σει και τα έρ­γα. Επέ­κτα­ση ε­γκα­τα­στά­σε­ων. Νέ­ες πτέ­ρυ­γες. Ερ­γο­λά­βοι μπαί­να­νε και βγαί­να­νε, μπουλ­ντό­ζες, φορ­τη­γά, γε­ρα­νοί, σί­δε­ρα, μπε­το­νιέ­ρες. Δου­λειά έ­ξω, δου­λειά και μέ­σα. Η πα­ρα­γω­γή δού­λευε κα­λά. Φτιά­χνα­νε πράγμα­τα και οι πα­λαιό­τε­ροι δεί­χνα­νε με ό­ρε­ξη τη δου­λειά στους νε­ό­τε­ρους. (Τώ­ρα δεν γί­νε­ται αυ­τό, γιατί υ­πάρ­χουν μό­νο πα­λαιό­τε­ροι. Νέ­οι έ­χουν να έρ­θουν κά­τι χρό­νια).

Με τον και­ρό γι­νό­μα­σταν ό­λο και πιο ξα­κου­στοί. Ερ­χό­ντου­σαν και μας έ­βλε­παν διά­φο­ροι πο­λι­τευ­τές, βου­λευ­τές της πε­ριο­χής κά­τι πε­ρί­ερ­γοι δη­μο­σιο­γρά­φοι φί­λοι του γιου του πρω­θυ­πουρ­γού. Η ω­ραί­α βου­λευ­τί­να σύμ­βολο της γε­νιάς του Πο­λυ­τε­χνεί­ου με το κόκ­κι­νο LADA. Μά­λι­στα πολ­λοί έρ­χο­νταν και με ε­λι­κό­πτε­ρα. Ώ­σπου μια μέ­ρα να και ο ί­διος ο πρω­θυ­πουρ­γός (7) της χώρας. Ναι, ήρ­θε να ε­γκαι­νιά­σει τις και­νούρ­γιες πτέ­ρυ­γες του ερ­γο­στα­σί­ου. Ήταν μια μέ­ρα με “ι­διαί­τε­ρη λα­μπρό­τη­τα” ό­πως έ­λε­γε και ο σχο­λια­στής της τότε κρα­τι­κής τη­λε­ό­ρα­σης. Α­πό το πρω­ί άρ­χι­σαν να κα­τα­φθά­νουν το­πι­κοί πα­ράγο­ντες, δή­μαρ­χοι, τρα­πε­ζί­τες, ο της α­στυ­νο­μί­ας, ο της πυ­ρο­σβε­στι­κής, ο του λι­με­νι­κού, πα­πά­δες, βου­λευ­τές, πο­λι­τευ­τές, α­στέ­ρια, κλά­ρες, δη­μο­σιο­γρά­φοι.  Μά­λι­στα εί­χαν φέ­ρει με πουλ­μα­νά­κια και κά­ποιους  “αυ­θόρ­μη­τους πο­λί­τες” α­πό τη γύ­ρω πε­ριο­χή. Πέ­ρα ό­μως α­πό τις πα­ρά­τες έ­δει­χνε ό­τι εί­χε ξε­κι­νή­σει μια κα­λή ε­πο­χή α­νά­πτυ­ξης για την ε­ται­ρεί­α. 

Με­τά τα ε­γκαί­νια συ­νέ­χι­σαν να έρ­χο­νται και­νούρ­για μη­χα­νή­μα­τα, το ερ­γο­στά­σιο εκ­συγ­χρο­νι­ζό­τα­νε. Πο­λύ κα­λές συν­θή­κες ερ­γα­σί­ας α­κό­μα και για σή­με­ρα, οι ε­τή­σιες συλ­λο­γι­κές συμ­βά­σεις ερ­γα­σί­ας ό­λο και κα­λυ­τε­ρεύ­ανε. Στην κο­ρυ­φή της ε­ται­ρεί­ας -στα πρώ­τα χρό­νια- ή­ταν συγ­γε­νής κα­το­πι­νού υ­πουρ­γού. Πολ­λοί λέ­νε ό­τι α­πό τό­τε έ­χει να φα­νεί ι­κα­νός άν­θρω­πος (8) στο τι­μό­νι της ε­ται­ρεί­ας.

Τα χρό­νια πέρ­να­γαν, οι διοι­κή­σεις αλ­λά και οι διευ­θυ­ντές άλ­λα­ζαν. Τα στε­λέ­χη το έ­να δια­δέ­χο­νταν το άλ­λο και τα ορ­γα­νο­γράμ­μα­τα έ­παιρ­ναν και έ­δι­ναν. Κά­θε α­να­σχη­μα­τι­σμός και αλ­λα­γή και ό­λο και νέ­οι συ­νά­δελ­φοι έρχο­νταν μέ­χρι που μια μέ­ρα στα­μά­τη­σαν οι προ­σλήψεις. Προ­φα­νώς για­τί δεν χώ­ρα­γαν άλ­λοι. Ε, α­πό τό­τε (9) έ­χουν να γί­νουν προ­σλή­ψεις στο ερ­γο­στάσιο, με μια μι­κρή ε­ξαί­ρε­ση πριν 10 χρό­νια μέ­σω Α­ΣΕΠ. Το γέ­μι­σαν το ερ­γο­στά­σιο μέ­χρι που μια μέ­ρα άλ­λα­ξε η κυ­βέρ­νη­ση.

Νέ­α κυ­βέρ­νη­ση και Νέ­α και στο ό­νο­μα. Αυ­τός ο νέ­ος πρω­θυ­πουρ­γός (10) δεν α­στειεύ­ε­ται. Εί­ναι Νε­ο­Φιλ. Για πό­τε διά­βα­σε τα κα­τά­στι­χα της ε­ταιρεί­ας και α­πο­φα­σί­ζει μο­νο­μιάς “ε­ξυ­γί­αν­ση της ε­ται­ρεί­ας”. (11) Φώ­να­ξαν τα σω­μα­τεί­α στην κε­ντρι­κή διοί­κη­ση και τους α­να­κοί­νω­σαν τα μέ­τρα της εξυ­γί­αν­σης. “Πρέ­πει να γί­νουν με­τα­τά­ξεις προ­σω­πι­κού προς άλ­λες δη­μό­σιες υ­πη­ρε­σί­ες προ­κει­μέ­νου η ε­ται­ρεί­α να ξα­λα­φρώ­σει α­πό τα βά­ρη. Αν δεν γί­νουν με­τα­τά­ξεις θα α­να­γκα­στού­με να κά­νου­με α­πο­λύ­σεις”. Τό­τε το συν­δι­κά­το πήρε τη με­γά­λη α­πό­φα­ση με Γε­νι­κές Συ­νε­λεύ­σεις, “ή ό­λοι ή κα­νέ­νας”. Εί­χαν πει όμως στους ερ­γα­ζό­με­νους που ή­ταν μέ­λη των ερ­γο­στα­σια­κών σω­μα­τεί­ων τη μι­σή α­λή­θεια.

Δη­λα­δή “Πρέ­πει να γί­νουν α­πο­λύ­σεις για λό­γους ε­ξυ­γί­αν­σης” και δεν εί­παν ό­τι μπο­ρού­σαν να γί­νουν και με­τα­τά­ξεις αλ­λού. Βέ­βαια αυ­τή την “α­σή­μα­ντη” λε­πτο­μέ­ρεια πού άλ­λα­ξε ό­λο το νό­η­μα και ο­δή­γη­σε τα πράγ­μα­τα στα ά­κρα την έ­μα­θαν οι ερ­γα­ζό­με­νοι κά­ποια χρό­νια αργό­τε­ρα αλ­λά το φο­νι­κό εί­χε γί­νει. Το σω­μα­τεί­ο του ερ­γο­στα­σί­ου το έ­λεγ­χε τό­τε η ΠΑ­ΣΚΕ. Το πε­ρί­ερ­γο εί­ναι ό­τι και οι άλ­λες πα­ρα­τά­ξεις που με­τεί­χαν στο Δ.Σ του σω­μα­τεί­ου (Ε­ΣΑΚ-Σ και ΔΑ­ΚΕ) δεν ή­ξε­ραν τί­πο­τα. Δεν ά­κου­σαν. Δεν εί­δαν. 

Με­τά α­πό 55 η­με­ρό­νυ­χτα, κα­τά­κο­ποι οι ερ­γα­ζό­με­νοι σπά­νε την κα­τά­ληψη του ερ­γο­στα­σί­ου και α­πό την άλ­λη μέ­ρα κιό­λας τοι­χο­κολ­λού­νται οι α­πο­λύσεις. Το 30% της δύ­να­μης α­πο­λύ­ε­ται. 150 ά­το­μα μέ­νουν χω­ρίς δου­λειά ε­νώ θα μπο­ρού­σαν να με­τα­τα­χτούν σε μια δη­μό­σια υ­πηρε­σί­α. Απ’ ό­λο τον Ό­μι­λο α­πο­λύ­θη­καν 500 ά­το­μα. Ε­δώ οι ευ­θύ­νες των συν­δι­κα­λι­στών εί­ναι τε­ρά­στιες διό­τι με τη στά­ση που κρά­τη­σαν και τις α­πο­φά­σεις που πήραν έ­κα­ναν δι­πλή ζη­μιά. Έ­βλα­ψαν ό­λους αυ­τούς που α­πο­λύ­θη­καν διό­τι έ­χα­σαν το δι­καί­ω­μα να συ­νε­χί­σουν να ερ­γά­ζο­νται αλ­λά και η πα­ρα­γω­γή σα­μπο­τα­ρί­στη­κε  για πά­νω α­πό δύ­ο μή­νες. Οι ευ­θύ­νες της διοί­κη­σης με­γα­λύ­τε­ρες. Οι α­πο­λύ­σεις έ­γι­ναν χω­ρίς κα­μί­α με­λέτη. Το εργο­στά­σιο δια­λύ­θη­κε ε­νώ οι λό­γοι της α­πό­λυ­σης ή­ταν κα­θα­ρά με κομμα­τι­κά κρι­τή­ρια αλ­λά και με προ­σω­πι­κά. Αυ­τοί που προ­στα­τεύ­τη­καν με κά­θε τρό­πο και α­πό ο­ποιο­δή­πο­τε  πο­λι­τι­κό χώ­ρο και αν προ­έρ­χο­νταν  ή­ταν οι “Κα­λαμα­τια­νοί”. Αυ­τό διό­τι ο πρό­ε­δρος της ε­ται­ρεί­ας τό­τε ή­ταν πο­λι­τι­κός και πο­λι­τευό­τα­νε στην ι­διαί­τε­ρη πα­τρί­δα του την Κα­λα­μά­τα. Και ε­πει­δή πά­ντα υ­πάρ­χει και έ­νας δαί­μο­νας, έ­τυ­χε να α­πο­λυ­θούν και κά­ποιοι Κα­λα­μα­τια­νοί α­πό λά­θος. Ε, μό­λις δια­πι­στώ­θη­κε το λά­θος τις ε­πό­με­νες μέ­ρες ε­πέ­στρε­ψαν. Επει­δή το μέ­τρο πε­ριε­λάμ­βα­νε και οι­κιο­θε­λείς α­πο­χω­ρή­σεις με α­πο­ζη­μί­ωση πα­ραι­τή­θη­καν και πολ­λοί α­πό μό­νοι τους. Το δε 7με­λές ΔΣ του σω­μα­τεί­ου α­ποχώ­ρη­σε σχε­δόν ό­λο α­πό την ε­ται­ρεί­α οι­κιο­θε­λώς. Αυ­τό δη­μιούρ­γη­σε σκάν­δαλο, αλ­λά δεν βγή­κε τί­πο­τα. Τό­τε εί­χαν γί­νει και κά­ποια α­πίστευ­τα πράγ­ματα α­πό την πλευ­ρά της διοί­κη­σης της ε­ται­ρεί­ας σε συ­νερ­γα­σί­α με τους δε­ξιούς συν­δι­κα­λι­στές. Ό­ποιος ή­θε­λε πή­γαι­νε και δή­λω­νε ό­τι “ε­μπο­δί­στη­κε να προ­σέλ­θει στην ερ­γα­σί­α του α­πό τους συ­γκε­ντρω­μέ­νους κα­τα­λη­ψί­ες” και α­μέσως κέρ­δι­ζε το μι­σθό του μή­να. Τό­τε δο­θή­κα­νε πολ­λά λε­φτά σε πολ­λούς ερ­γαζο­μέ­νους α­νε­ξάρ­τη­τα σε ποιο κόμ­μα α­νή­κα­νε αρ­κεί να έ­κα­ναν την “δή­λω­ση”. Στο ερ­γο­στά­σιο μιας ε­παρ­χια­κής πό­λης, λέ­γα­νε ό­τι τη μι­σθο­δο­σί­α την έ­κα­νε έ­νας πε­ρι­πτε­ράς. Αρ­γό­τε­ρα που κυ­κλο­φό­ρη­σαν οι λί­στες με τα ο­νό­μα­τα γέλασε κά­θε πι­κρα­μέ­νος. Υ­πήρ­χαν μέ­σα ά­το­μα “υ­πε­ρά­νω πά­σης υ­πο­ψί­ας”. Και μια λε­πτο­μέ­ρεια. Στη γε­νι­κή συ­νέ­λευ­ση που προ­η­γή­θη­κε της κα­τά­λη­ψης η α­πό­φα­ση ή­ταν σχε­δόν παμ­ψη­φεί (στα 450 ά­το­μα μό­νο 3 “ό­χι” έ­πε­σαν). Σύ­ντο­μα ό­μως ό­λα ξε­χά­στηκαν.

Νέ­ο αί­μα στο συν­δι­κά­το και α­πο­φα­σί­ζει να κη­ρύ­ξει νέ­ο α­νέν­δο­το. Πα­ρά τις α­πο­λύ­σεις, στις ε­κλο­γές που γί­νο­νται για την “α­νά­δει­ξη εκ­προ­σώ­πων των ερ­γα­ζο­μέ­νων” οι έ­δρες κα­τα­νέ­μο­νται πε­ρί­που ό­πως και πριν. Μι­κρές οι α­πο­κλί­σεις. Ο και­ρός περ­νά και οι συν­δι­κα­λι­στές της κυ­βερ­νη­τι­κής παρά­τα­ξης προ­σπα­θούν μά­ταια να ε­πι­βλη­θούν για να δεί­ξουν ό­τι μπή­κα­με σε μια νέ­α ε­πο­χή στη με­τά Σο­σιαλ ε­πο­χή.

Κά­πως έ­τσι φτά­νου­με σε κά­ποιο Ο­κτώ­βρη (12) ο ο­ποί­ος α­πο­δει­κνύ­ε­ται κα­κός τους δαί­μο­νας . Πί­σω πά­λι στο ί­διο σκη­νι­κό και η ε­πι­στρο­φή των Σο­σιάλ δί­νει νέ­ες ελ­πί­δες. Φή­μες λέ­νε ό­τι οι α­πο­λυ­θέ­ντες θα ε­πι­στρέ­ψουν. Τα πηγα­δά­κια φου­ντώ­νουν. Πράγ­μα­τι έ­να α­νοι­ξιάτι­κο πρω­ι­νό ο πε­ρί­βο­λος του εργο­στα­σί­ου γε­μί­ζει αυ­το­κί­νη­τα και γί­νε­ται συ­νω­στι­σμός στο γρα­φεί­ο προσω­πι­κού για νέ­ες αι­τή­σεις. Η ε­πι­στρο­φή τους εί­ναι γεγο­νός. Οι μό­νοι α­πο­λυμέ­νοι ερ­γα­ζό­με­νοι που ε­πέ­στρε­ψαν στην ε­ται­ρεί­α τους με­τά τους α­πο­λυ­μένους στις Α­στι­κές Συ­γκοι­νω­νί­ες. Αυ­τό το γε­γο­νός έ­δω­σε πολ­λούς πό­ντους ύ­ψος στον τό­τε πρό­ε­δρο του ερ­γο­στα­σια­κού σω­μα­τεί­ου (του ή­ταν α­πα­ραί­τη­τοι) με α­πο­τέ­λε­σμα να α­πο­κτή­σει με­γά­λη δύ­να­μη και να αυ­ξή­σει την ε­πιρ­ρο­ή του. Δεν στα­μα­τού­σε που­θε­νά. Τραί­νο με σπα­σμέ­να φρέ­να πα­ρέ­συ­ρε τα πά­ντα στο πέ­ρα­σμά του. Εί­χε γί­νει α­κό­λου­θος και συ­γκε­ντρω­σιάρ­χης κά­ποιου με­γα­λο­Σοσιάλ βου­λευ­τή. Ή­τα­νε “πρω­το­κλα­σά­τος” ό­πως έ­λε­γε κο­μπά­ζο­ντας. Τρομε­ρό δί­δυ­μο με το συ­νε­ται­ρά­κι του το γραμ­μα­τέ­α. Ό­πο­τε θέ­λα­νε μα­ζί με τους δι­κούς τους ορ­γά­νω­ναν α­περ­γί­α ή στά­ση ερ­γα­σί­ας, για “ψύλ­λου πή­δη­μα”. Εί­χε μα­ταιώ­σει και τη λει­τουρ­γί­α του ερ­γο­στα­σί­ου α­κό­μα “λό­γω χιο­νό­πτω­σης”. Με­σο­λαβού­σαν για να μοι­ρά­σουν ε­πι­δό­ματα, να βγει κά­ποιο δά­νειο σε ερ­γα­ζό­με­νο, ακό­μα και μια θε­σού­λα να πά­ρει κά­ποιος δι­κός τους, έ­στω και “μι­σή σαρ­δέ­λα” Όλα στην υ­πη­ρε­σί­α του ερ­γα­ζο­μέ­νου αρ­κεί να “μα­ζεύ­ου­με κου­κιά”. Στις συ­νε­λεύ­σεις α­κτύ­πη­τοι, οι πραι­το­ρια­νοί τους προ­στά­τευαν ό­πο­τε χρεια­ζό­ταν.

Νέ­α κυ­βέρ­νη­ση νέ­α διοί­κη­ση. Σύμ­βου­λος α­πό το ε­ξω­τε­ρι­κό. Κα­τα­ξιωμέ­νος ό­πως έ­λε­γαν. Έ­κα­τσε ό­σο έ­κα­τσε αλ­λά έ­μπλε­ξε λέ­νε με κά­τι σκάν­δα­λα. Τό­τε ο “πρω­το­κλα­σά­τος” τον εί­χε “βά­λει κά­τω και τον πά­τα­γε” που λέ­ει κι’ ο λα­ός. Μια και δυό τον βά­λα­νε σε κε­λί και αρ­ρώ­στη­σε. Α­πο­φυ­λα­κί­στη­κε για λό­γους υ­γεί­ας αλ­λά με­τά α­πό λί­γο πέ­θα­νε ο φου­κα­ράς. Αλ­λά και ο νέ­ος σύμ­βου­λος που δια­δέ­χθη­κε τον προ­η­γού­με­νο έ­πε­σε στην δυ­σμέ­νεια του “πρω­το­κλα­σά­του”. Του έ­βγα­λε κά­ποια στιγ­μή μια φω­το­γρα­φί­α με μια βίλ­λα και την έ­κα­νε πε­ριοδεί­α στο ερ­γο­στά­σιο. Κα­νείς δεν κα­τά­λα­βε τι πραγ­μα­τι­κά εί­χε συμ­βεί και πά­ει και αυ­τός.

Στο τέ­λος ε­κεί­νης της δε­κα­ε­τί­ας βγαί­νει άλ­λο σκάν­δα­λο στην ε­πιφά­νεια. Αυ­τή τη φο­ρά ή­ταν ο ί­διος ο “πρω­το­κλα­σά­τος”  και το συ­νε­ται­ρά­κι του. Ένα πο­σό που τους εί­χε δια­θέ­σει η ε­ται­ρεί­α λέ­γα­νε, για να το μοι­ρά­σου­νε στους ερ­γα­ζό­με­νους σε μορ­φή ε­πι­δο­μά­των το βάλα­νε κα­τά λά­θος στη τσέ­πη τους. Γί­να­νε κά­τι δι­κα­στή­ρια που κρά­τη­σαν κά­τι χρό­νια και στο τέ­λος ήρ­θαν σε συμ­βι­βα­σμό με την ε­ται­ρεί­α και τα ε­πέ­στρε­ψαν λέ­ει λί­γα λί­γα, με δό­σεις δη­λα­δή.

Ό­λα αυ­τά τα χρό­νια το ερ­γο­στά­σιο πα­ρή­γα­γε  α­στα­μά­τη­τα και η τε­χνο­γνω­σί­α που εί­χε α­πο­κτη­θεί εί­χε φτά­σει σε υ­ψη­λά ε­πί­πε­δα. Η και­νούρ­για δεκα­ε­τί­α μπή­κε με κα­λούς οιω­νούς. Ή­ταν γού­ρι­κο το “μιλ­λέ­νιουμ”. Οι συμ­βά­σεις έρ­γων έ­μπαι­ναν η μια πί­σω α­πό την άλ­λη. Συ­νεργα­σί­ες με πολ­λά ξέ­να κρά­τη. Οι ξέ­νοι συ­νερ­γά­τες πη­γαι­νο­έρ­χο­νταν. Τα χρο­νο­δια­γράμ­μα­τα λέ­γα­νε ό­τι αυτή η δε­κα­ε­τί­α θα ή­ταν η κα­λύ­τε­ρη. Ό­λα τα ερ­γο­στά­σια δού­λευαν. Η α­γο­ρά έ­ξω εί­χε “πά­ρει φω­τιά”. Πρώ­τες ύ­λες, ε­ξω­τε­ρι­κοί συ­νερ­γά­τες, ό­λοι δού­λευαν για την ε­ται­ρεί­α. Ο αρ­μό­διος υ­πουρ­γός έ­λε­γαν, εί­χε υ­πο­γρά­ψει πολ­λές συμ­βά­σεις για την ε­ται­ρεί­α, τό­σες ό­σες δεν υ­πέ­γρα­ψαν ό­λοι μα­ζί οι διά­δο­χοι του (13) στη θέ­ση αυ­τή. Τώ­ρα αυ­τός ο υ­πουρ­γός (14), και μό­νο αυ­τός, δι­κά­ζε­ται για μί­ζες. Μάλι­στα τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια κά­ποιος υ­πουρ­γός που αρ­γό­τε­ρα έ­γι­νε και πρόε­δρος της βου­λής (15), ό­ταν πή­γαι­ναν τα σω­μα­τεί­α και του ζη­τού­σαν να βά­λει κάποια δου­λειά μέ­σα στα ερ­γο­στά­σια τους α­πα­ντού­σε με το γνω­στό ύ­φος του .”Τι σας νοιά­ζει; ε­σείς δεν πλη­ρώ­νε­στε?”

Και ε­κεί που ό­λα πή­γαι­ναν κα­λά και εί­χα­με αρ­χί­σει να α­νε­βαί­νουμε α­να­κοι­νώ­θη­κε αυ­τό που α­πό και­ρό τώ­ρα ψι­θυ­ρι­ζό­ταν. Έ­πρε­πε να ε­νο­ποι­η­θού­νε με την άλ­λη α­μυ­ντι­κή βιο­μη­χα­νί­α του Λε­κα­νο­πε­δί­ου. (16) Ή­ταν ε­ντο­λή της Ε.Ε εί­παν τό­τε. Πο­λύ πα­λιά βιο­μη­χα­νί­α ι­στο­ρι­κή και με­γά­λη, πά­νω α­πό έ­ναν αιώ­να σκέ­τη γριά. Την εί­χαν πα­ρα­με­λή­σει, έ­λε­γαν και την ά­φη­σαν να γε­ρά­σει και για να μην πε­θά­νει της έ­δω­σαν ζω­ή α­πό την πνο­ή μιας νε­ό­τε­ρης. Ό­πως ή­ταν φυ­σι­κό ό­ταν μοι­ρά­ζεις το ί­διο φα­γη­τό σε πε­ρισ­σό­τε­ρα στό­μα­τα αυ­τό λι­γο­στεύ­ει και ά­μα δεν φρο­ντί­σεις να βρεις άλ­λο κά­ποια στιγ­μή θα τε­λειώ­σει και τό­τε θα πει­νά­σουν ό­λοι μα­ζί. Έ, αυ­τό έ­χει γί­νει τώ­ρα.

Τα πε­ρισ­σό­τε­ρα ερ­γο­στά­σια της μη­τρι­κής ε­ται­ρεί­ας αλ­λά και οι θυγα­τρι­κές έ­μει­ναν α­πό δου­λειά. Ε­πεν­δύ­σεις σε νέ­ο ε­ξο­πλι­σμό δεν έ­γι­ναν. Φαί­νε­ται η πο­λι­τι­κή ε­ξου­σί­α πή­ρε  την α­πό­φα­ση η α­τμο­μη­χα­νή της οι­κο­νο­μί­ας να μεί­νει χω­ρίς κάρ­βου­νο. Τέρ­μα η φά­μπρι­κα. Βέ­βαια έ­χου­νε να πού­νε ό­τι η “ε­ται­ρί­α εί­ναι ζη­μιο­γό­να και ε­πι­βα­ρύ­νει τον Έλ­λη­να φο­ρο­λο­γού­με­νο”. Αν κάτι δεν πά­ει κα­λά το προ­σπα­θείς, το βελ­τιώ­νεις δεν το κα­τα­στρέ­φεις. Κα­νείς ό­μως α­πό τους αρ­μό­διους δεν μπή­κε στο κό­πο να αλ­λά­ξει τις δο­μές αυ­τής της ε­ται­ρεί­ας και να την κά­νει πιο ευέ­λι­κτη. Να μειώ­σει τη γρα­φειο­κρα­τί­α και να μειώ­σει τις ε­ξαρ­τή­σεις α­πό τη δυ­σκί­νη­τη κρα­τι­κή μη­χα­νή. Να μην χρειάζε­ται για πα­ρά­δειγ­μα μια ά­δεια ει­σα­γω­γής τη με­σο­λά­βη­ση του αρ­μό­διου υπουρ­γεί­ου που θα την ε­γκρί­νει κά­πο­τε. Η ε­κά­στο­τε διοί­κη­ση να μη διο­ρί­ζε­ται α­πό την κά­θε κυ­βέρ­νη­ση, ού­τε να ε­ξαρ­τά­ται η θη­τεί­α της α­πό τη διάρ­κεια της θη­τεί­ας του κά­θε αρ­μό­διου υ­πουρ­γού. Οι διοι­κη­τές να εί­ναι πραγ­ματικοί ι­κα­νοί managers και ό­χι α­νί­κα­νοι κομ­μα­τι­κοί φί­λοι τους.

Οι με­τέ­πει­τα διοι­κή­σεις χω­ρίς να έ­χουν ου­σια­στι­κό ρό­λο, α­πλώς πέ­ρα­σαν. Δεν εί­χαν σχέ­διο, δεν εί­χαν στό­χους, δεν εί­χαν ό­ρα­μα για το μέλ­λον μιας βιο­μη­χα­νί­ας. Ά­φη­σαν τα ερ­γο­στά­σια χω­ρίς νέ­ες ε­πεν­δύ­σεις, χω­ρίς νέ­ο ε­ξο­πλι­σμό. Δεν υ­πήρ­ξαν νέ­α προ­ϊ­ό­ντα να α­να­πτυχτούν με α­πο­τέ­λε­σμα τα τελευ­ταί­α χρό­νια τα  ερ­γο­στά­σια να κα­τα­λή­ξουν να εί­ναι μό­νο φα­σο­νά­δι­κα. Δεν ε­πέν­δυ­σαν στον ερ­γα­ζό­με­νο ό­πως έ­πρε­πε για να α­πο­δώ­σει με­τά αυ­τή η ε­πένδυ­ση και να ε­πι­στρα­φεί πολ­λαπλά στη ε­ται­ρεί­α. Οι ερ­γα­ζό­με­νοι α­πο­χω­ρούσαν λό­γω συ­ντα­ξιο­δό­τη­σης και δεν φρό­ντι­σαν  η ε­μπει­ρί­α που α­πο­κτή­θη­κε με τα χρό­νια και έ­γι­νε τε­χνο­γνω­σί­α να πε­ρά­σει σε νέ­ους αν­θρώ­πους. Οι προ­σλήψεις νέ­ου προ­σω­πι­κού στα­μά­τη­σαν για χρό­νια. Έ­τσι χά­θη­κε η συ­νέ­χεια της γνώ­σης. Η έλ­λει­ψη α­ξιο­λό­γη­σης του προ­σω­πι­κού αλ­λά και η α­να­ξιο­κρα­τί­α είχαν σαν α­πο­τέ­λε­σμα να προ­ω­θού­νται α­κα­τάλ­λη­λοι άν­θρω­ποι σε καί­ριες θέ­σεις.

Το συν­δι­κά­το λει­τούρ­γη­σε ερ­γο­λα­βι­κά. Α­να­λάμ­βα­νε κά­θε υ­πό­θε­ση υπέρ του ερ­γα­ζό­με­νου αρ­κεί αυ­τό να του α­πέ­δι­δε ψή­φους. Δια­παι­δα­γώ­γη­σε με το χει­ρό­τε­ρο τρό­πο τον ερ­γα­ζό­με­νο με α­πο­τέ­λε­σμα να δη­μιουρ­γή­σει σε πολλές πε­ρι­πτώ­σεις κα­κο­μα­θη­μέ­να παι­διά που ε­πι­θυ­μού­σαν ε­πι­δό­μα­τα και υ­περω­ρί­ες α­στα­μά­τη­τα, α­νε­ξάρ­τη­τα α­πό την κα­τά­στα­ση της πα­ρα­γω­γής.  Η κα­τά­χρη­ση υ­πε­ρω­ριών σε πολλές πε­ρι­πτώ­σεις α­πέ­βαι­νε κα­τα­στρο­φι­κά για το πα­ραγό­με­νο προ­ϊ­όν. Σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις η δου­λειά πή­γαι­νε “φρε­να­ρι­στά” ό­λη την ε­βδο­μά­δα για να “βγει υ­πε­ρω­ρί­α” το Σάβ­βα­το που ή­ταν και κα­λο­πλη­ρω­μέ­νη. Το σω­μα­τεί­ο δεν ε­πέ­τρε­πε την αλ­λα­γή πό­στου για “λό­γους παραγω­γι­κής διαδι­κα­σί­ας”  α­κό­μα κι αν ή­ταν της ί­διας ει­δι­κό­τη­τας. Πό­σο μάλ­λον τη με­τα­κί­νηση σε άλ­λο ερ­γο­στά­σιο του ί­διου νο­μού. Ε­κεί το σω­μα­τεί­ο εί­χε το πλή­ρες δικαί­ω­μα να μην ε­πι­τρέ­ψει στον ερ­γα­ζό­με­νο να με­τα­κι­νη­θεί αλ­λά και να τον ανα­κα­λέ­σει ό­πο­τε ή­θε­λε αυ­τό.

Μέ­σω του συν­δι­κά­του το μα­κρύ χέ­ρι της πο­λι­τι­κής ε­ξου­σί­ας έ­φτα­νε μέ­χρι τους χώ­ρους δου­λειάς. Ή­ταν οι άλ­λοι στρα­το­λό­γοι που προ­ε­τοί­μα­ζαν το έ­δα­φος και την ε­κλο­γι­κή πε­λα­τεί­α των ε­περ­χό­με­νων ε­κλο­γών.

Τέ­λος η δια­πλεγ­μέ­νη σχέ­ση αυ­τών των τριών πό­λων δηλ. της πο­λι­τικής ε­ξου­σί­ας, της διοί­κη­σης της ε­ται­ρεί­ας και του συν­δι­κά­του των ερ­γα­ζομέ­νων κα­τά­φε­ραν α­νε­πού­λω­το πλήγ­μα στο σώ­μα της τε­λευ­ταί­ας βα­ριάς βιομη­χα­νί­ας της χώ­ρας.