Πρόκειται για μια εξαιρετικά αντιδραστική συμφωνία με την οποία επιτελούνται δύο τουλάχιστο ζημιές: η πρώτη είναι ότι ενισχύεται ο φασισμός και επεκτατισμός του καθεστώτος των μουλάδων με την ουσιαστική διπλωματική του αναβάθμιση, ένας φασισμός και ένας επεκτατισμός που γίνονται ολοένα και πιο επικίνδυνοι στο βαθμό που εναρμονίζονται με τα συμφέροντα του ρωσο-κινεζικού νεοναζιστικού άξονα. Από την άλλη σε ότι αφορά αυτό που εμφανίζεται σαν το κεντρικό μέλημα της συμφωνίας, δηλαδή την παρεμπόδιση του Ιράν να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα, από άποψη αρχής και από συγκεκριμένη πολιτική άποψη είναι και αυτή αρνητική και απαράδεκτη. Έχουμε πει πολλές φορές ότι το να εμποδίζεται η δυνατότητα του Ιράν να έχει πυρηνικά όπλα δεν γίνεται από καμιά αντιφασιστική πλευρά, αλλά γίνεται από τη θέση αρχής των δύο υπερδυνάμεων οι οποίες διαθέτουν την απόλυτη πυρηνική υπεροπλία στον πλανήτη, να απαγορεύουν σε όλες τις άλλες χώρες όπου μπορούν να το επιβάλουν αυτό, το δικαίωμα να διαθέτουν και αυτές πυρηνικά όπλα. Δηλαδή με το να συμμαχούν οι δύο υπερδυνάμεις με το επεκτατικό Ιράν και να αρνούνται όχι μόνο οποιαδήποτε υποστήριξη στον παλλαϊκό αντιφασιστικό αντιμουλάδικο αγώνα του ιρανικού λαού (όπως οι ΗΠΑ) αλλά να απαιτούν το πνίξιμο αυτού του αγώνα (Ρωσία) και την ίδια ώρα να αρνούνται ένα εθνοανεξαρτησιακό δικαίωμα πυρηνικής αυτοάμυνας στη χώρα αυτή του τρίτου κόσμου το μόνο που κάνουν είναι να βοηθάνε να ανέβουν στην εξουσία της χώρας αυτής γενικά οι πιο φιλο-ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Μάλιστα από συγκεκριμένη πολιτική άποψη οι πιο ευνοημένες είναι οι φιλορώσικες δυνάμεις επειδή μόνο η Ρωσία έχει υποστηρίξει πάντα τις πιο φασιστικές, επεκτατικές και αντισημιτικές-ρατσιστικές δυνάμεις στο εσωτερικό του ιρανικού μπλοκ εξουσίας σε όλα εκτός από τον πυρηνικό εξοπλισμό. Αυτό για να μπορεί να έχει το Ιράν του χεριού της. Η Ρωσία θέλει το Ιράν αντιαμερικάνικο και αντισημιτικό αλλά όχι ανεξάρτητο, γι αυτό του έχει πάντα προτείνει να κατασκευάζει εκείνη το πυρηνικό καύσιμο για τους αντιδραστήρες του και όχι το ίδιο συμφωνώντας στο σημείο αυτό απόλυτα με τις ΗΠΑ.
Η συμφωνία της Βιέννης προβλέπει μεταξύ άλλων περιορισμούς στο ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα με διακηρυγμένο στόχο την αποτροπή - τουλάχιστο για ένα ορισμένο διάστημα - της χρησιμοποίησής του για στρατιωτικούς σκοπούς. Πιο συγκεκριμένα: “Κύριος στόχος είναι η εφαρμογή αυστηρών περιορισμών ώστε να διασφαλισθεί ότι το “Breakout”, ο χρόνος που χρειάζεται για τον εμπλουτισμό ουρανίου με σκοπό την κατασκευή ατομικού όπλου, θα είναι τουλάχιστον ένα έτος επί μία δεκαετία. Η συμφωνία προβλέπει ότι ο αντιδραστήρας βαρέος ύδατος του Αράκ θα τροποποιηθεί ώστε να μην έχει την ικανότητα παραγωγής πυρηνικού καυσίμου για στρατιωτικούς σκοπούς” (news.in.gr, 14/7). Για τον έλεγχο της εφαρμογής της συμφωνίας από την ιρανική πλευρά προβλέπεται “Εφαρμογή καθεστώτος ενισχυμένων επιθεωρήσεων κατά τη διάρκεια ισχύος της συμφωνίας, αλλά και μετά από αυτή για ορισμένες δραστηριότητες. Η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενεργείας (σ.σ. ΙΑΕΑ) θα μπορεί να επαληθεύει μέσω των επιθεωρήσεων τη λειτουργία των ιρανικών συσκευών φυγοκέντρησης για περίοδο είκοσι ετών και της παραγωγής συμπυκνωμένου ουρανίου (yellow cake) για περίοδο είκοσι πέντε ετών. Η Τεχεράνη δεσμεύεται να εφαρμόσει και να επικυρώσει το συμπληρωματικό πρωτόκολλο της IAEA που επιτρέπει τις εις βάθος επιθεωρήσεις”.
Έτσι 5-6 ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με πυρηνικά και κυρίως οι δύο υπερδυνάμεις θα μπορούν με τη βοήθεια της διαβόητης ΙΑΕΑ -στην οποία ως τώρα το πάνω χέρι έχει η Ρωσία- να έχουν λόγο πάνω στην οικονομική και στρατιωτική εσωτερική ζωή μιας χώρας που δεν έχει πυρηνικά καθώς θα μπορούν να την ελέγχουν σχεδόν σε όλα τα επίπεδα της άμυνας και της βιομηχανικής παργωγής της. Πόσο εξοργιστικό είναι οι πιο μεγάλοι ιμπεριαλισμοί που διαθέτουν χιλιάδες πυρηνικές κεφαλές και έχουν στο ιστορικό τους αμέτρητες στρατιωτικές επεμβάσεις σε τρίτες χώρες να απαγορεύουν στις μικρότερες χώρες - εκτός από ορισμένες μετρημένες στα δάχτυλα - το δικαίωμα κατασκευής ατομικής βόμβας. Σε τελευταία ανάλυση, αν αυτοί θέλουν έναν κόσμο απαλλαγμένο από πυρηνικά, όπως ισχυρίζονται, ας καταστρέψουν επιτέλους τα πυρηνικά τους και αφού τα καταστρέψουν τότε ας βοηθήσουν ώστε να απαγορευτούν μια για πάντα τα πυρηνικά από τον πλανήτη. Όμως κάτι τέτοιο θα ήταν έξω από τη φύση τους.
Μήπως όμως αυτές οι απαγορεύσεις βοηθούν τις χώρες που απειλούνται από τον υπαρκτό ιρανικό όλο και πιο ανοιχτό επεμβατισμό και επεκτατισμό να τον αντιμετωπίσουν; Μιλάμε εδώ για το Λίβανο και τη Συρία όπου η Τεχεράνη έχει επέμβει μέσω της Χεζμπολάχ, το Ιράκ που ουσιαστικά το κατέχει εσωτερικά και με στρατό, την Υεμένη που την έχει διασπάσει μέσω των οπλισμένων ανθρώπων της, ή το Ισραήλ που έχει δεχθεί στο παρελθόν απειλές για ολοκληρωτικό “σβήσιμο από το χάρτη” από την πολιτική ηγεσία του Ιράν και όχι εντελώς αδικαιολόγητα επιθυμεί την εξαφάνιση των πυρηνικών του δυνατοτήτων.
Η μόνη λύση για την αποτροπή ενός πυρηνικού εκβιασμού των γειτόνων του από ένα Ιράν με πυρηνικά είναι να εξοπλιστούν μεμονωμένα ή σε συνασπισμούς οι απειλούμενες από αυτό χώρες επίσης με πυρηνικά. Ήδη το Ισραήλ έχει πυρηνικά και η Σαουδική Αραβία θέλει διακαώς να αποκτήσει και αυτή τα πυρηνικά της θεωρώντας τα σαν το μόνο αξιόπιστο τρόπο για να αποτρέψει εκβιασμό από ένα πυρηνικό Ιράν. Αυτόν τον εξοπλισμό της Σαουδικής Αραβίας τον αποκλείουν με έμφαση οι ΗΠΑ για να μην διαδοθούν τα πυρηνικά όπλα και πέσουν κάποια στιγμή σε χέρια ανεύθυνων κυβερνήσεων. Για τις υπερδυνάμεις οι λαοί και οι χώρες του τρίτου κόσμου παράγουν πιο εύκολα ανεύθυνους ηγέτες από όσο οι ίδιες. Η ιστορία αποδεικνύει το αντίθετο.
Όπως θα περιμέναμε λοιπόν σύμφωνα με όλα τα παραπάνω δεν υπάρχει στη συμφωνία καμία παραίνεση για περισσότερο σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα, για περιορισμό της καταπίεσης του ιρανικού λαού ή για περιορισμό του ιρανικού επεκτατισμού. Σ’ αυτά τα θέματα οι μουλάδες έχουν πλήρη κατανόηση από τους ιμπεριαλιστές! Αντίθετα, προβλέπεται ότι εφόσον διασφαλισθεί η πυρηνική κατασκευαστική αδυναμία του Ιράν, οι όποιες κυρώσεις σε βάρος του θα αρθούν.
Πιο συγκεκριμένα, οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στο Ιράν από ΗΠΑ και ΕΕ στο χρηματοπιστωτικό τομέα, στην ενέργεια και τις μεταφορές “θα αρθούν με την εφαρμογή από το Ιράν της συμφωνίας μετά την περί αυτού επαλήθευση της IAEA (αρχές 2016). Η ίδια διαδικασία θα ακολουθηθεί για την άρση των κυρώσεων του ΟΗΕ. Οι κυρώσεις που αφορούν το πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων και την προμήθεια επιθετικών οπλικών συστημάτων διατηρούνται. Η απαγόρευση μεταφοράς ευαίσθητων υλικών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο ιρανικό βαλλιστικό πρόγραμμα παραμένει σε ισχύ για οκτώ χρόνια, εκτός της περίπτωσης που το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ θα δώσει συγκεκριμένη άδεια” (στο ίδιο), ενώ το εμπάργκο του ΟΗΕ στα συμβατικά όπλα θα αρθεί το αργότερο σε 5 χρόνια.
Δεν είναι λοιπόν κανένα αντιφασιστικό μέτωπο που επιβάλλει τους όρους του στον περιφερειακό τραμπούκο. Είναι η συνεργασία της σάπιας μονοπωλιακής Δύσης με τον υπ’ αριθμ. 1 εχθρό των λαών, εθνών και κρατών σε παγκόσμιο επίπεδο, που έχει ήδη ξεκινήσει τη στρατιωτική του προέλαση σε ευρωπαϊκό έδαφος - τη σοσιαλιμπεριαλιστική Ρωσία - κάτω από την ηγεμονία της τελευταίας που έρχεται να επιβάλλει τους δικούς της ταπεινωτικούς όρους.
Οι όροι δηλαδή της συμφωνίας είναι έτσι φτιαγμένοι ώστε και να ενισχύουν πολιτικά το δικτατορικό καθεστώς και να το στέλνουν στον άξονα Ρωσίας-Κίνας. Την ίδια στιγμή που οι ξένες επενδύσεις, δυτικές και ανατολικές, θα τονώνουν την οικονομία της χώρας και το καθεστώς θα καλείται επίσημα από τις υπερδυνάμεις να επιλύει περιφερειακές διενέξεις σαν μια “καθώς πρέπει” περιφερειακή δύναμη, η αντίθεση Τεχεράνης-Δύσης θα μεγαλώνει καθώς η επίσημη ρωσική και η κινέζικη στάση θα εμφανίζονται διαλλακτικότερες από τη δυτική σε ζητήματα όπως εκείνο της άρσης του οπλικού εμπάργκο. Οι έλεγχοι από την άλλη θα λειτουργούν ουσιαστικά σαν ένα πολιτικό εργαλείο τιμωρίας-επιβράβευσης για την ένταξη της χώρας στο νεοναζιστικό άξονα. Δείγμα αυτής της πορείας απορρόφησης ήταν η επίσκεψη του ιρανού προέδρου Χασάν Ρουχανί στη Ρωσία - “εξαιρετικά σημαντική” επίσκεψη κατ’ ομολογία του ίδιου - λίγο πριν την οριστικοποίηση της συμφωνίας της 14/7, προκειμένου να παραστεί στην κοινή σύνοδο των BRICS, του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης και της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης, που είναι εργαλεία για την επιβολή της ρωσικής σοσιαλιμπεριαλιστικής κυριαρχίας στον πλανήτη. Η άρση των κυρώσεων θα δώσει τη δυνατότητα στην Τεχεράνη να συμμετάσχει σαν ισότιμο μέλος σε τέτοιους οργανισμούς.
Ωστόσο, η απόφαση γι’ αυτό θα κριθεί σε πρώτο επίπεδο από την έκβαση του εσωτερικού αγώνα για επικράτηση που διεξάγουν οι εθνικιστές, με εκπρόσωπο τον ανώτατο ηγέτη της χώρας, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, και οι ρωσόφιλες πολιτικές δυνάμεις των Ρουχανί και Μουσαβί, οι οποίοι εμφανίζονται σαν “μετριοπαθείς” ισλαμιστές για να εξαπατούν τη Δύση. Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η συμφωνία της Βιέννης δεν είχε την πλήρη στήριξη του ανώτατου ηγέτη καθώς μια σειρά “κόκκινες γραμμές” που είχε θέσει (π.χ. όσον αφορά τη διάρκεια των περιορισμών, το εύρος των επιθεωρήσεων κ.ά.) παραβιάστηκαν. Αυτό ίσως να είναι κι ένα σημάδι της φθίνουσας πολιτικής επιρροής του Καμενέι στο πολυπρόσωπο και σύνθετο σύστημα εξουσίας του Ιράν. Δεν ήταν επίσης τυχαίο το γεγονός ότι οι πανηγυρισμοί μέσα στη χώρα που ακολούθησαν την υπογραφή συνοδεύτηκαν από το σύνθημα για απελευθέρωση του σε κατ’ οίκο περιορισμό “μετριοπαθή” ηγέτη Μουσαβί, που θυμόμαστε πως είχε προδώσει το μεγάλο δημοκρατικό αντιμουλάδικο κίνημα του 2009 υπερασπίζοντας μάλιστα ανοιχτά την ενότητα με τους φρουρούς της επανάστασης, τα πιο λυσσασμένα σκυλιά του καθεστώτος. Σε κάθε περίπτωση η σύμπλευση των χειρότερων “σκληροπυρηνικών” με τη ρωσική στρατηγική βρίσκεται πολύ κοντά στην εφαρμογή της όπως έδειξε και η συνάντηση του αρχιφασίστα και επεμβασία στρατηγού Σολεϊμανί, επικεφαλής της δύναμης Κουντς που είναι το εξωτερικό χέρι των Φρουρών της επανάστασης, με τον Πούτιν μέσα στον Ιούλη. Να σημειωθεί ότι ο ΟΗΕ έχει απαγορεύσει ταξίδια του Σουλειμανί στο εξωτερικό.
Όμως πέρα από τις εσωτερικές εξελίξεις στο Ιράν, η συγκεκριμένη συμφωνία αναμένεται να αλλάξει και τους περιφερειακούς συσχετισμούς.
Η διπλωματική ισχύς της Τεχεράνης αναβαθμίζεται, άρα και η επιθετικότητά της, πράγμα που σημαίνει ενίσχυση των συμμάχων της, όπως είναι η Χεζμπολάχ, το παραπαίον καθεστώς Άσαντ στη Συρία και πάνω απ’ όλα η σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ιρανόδουλη, κυβέρνηση του Ιράκ. Όσο αυτές οι δυνάμεις θα ενισχύονται τόσο θα ισχυροποιείται η Τεχεράνη σαν “αντίθετος πόλος” στον πόλεμο κατά του ISIS. Στην πραγματικότητα, αντίπαλο δέος στο Ιράν θεωρείται σήμερα η Σαουδική Αραβία, της οποίας η νέα ηγεσία υπό το βασιλιά Σαλμάν την έχει οδηγήσει σε προσέγγιση με το Κρεμλίνο (βλ. συμφωνία για επενδύσεις 10 δις στη Ρωσία, στρατιωτική συνεργασία κτλ). Η ιρανική αναβάθμιση έσπρωξε λοιπόν τους Σαουδάραβες να διευρύνουν τα αντι-ιρανικά τους μέτωπα τροποποιώντας τη στάση τους απέναντι στους σουνίτες ισλαμοφασίστες. Έτσι, η πρώτη απάντησή τους στη συμφωνία της Βιέννης ήταν η συνάντηση του βασιλιά Σαλμάν και άλλων υψηλών αξιωματούχων της Σαουδικής Αραβίας με την ανώτατη ηγεσία της Χαμάς, της δολοφονικής αυτής συμμορίας ρωσόφιλων ισλαμοφασιστών, μια κίνηση που σίγουρα δε συμβάλλει στη διατήρηση των ως πρόσφατα φιλικών σχέσεων ανάμεσα στο Ριάντ και το Ισραήλ. Η επαφή έγινε με τη μεσολάβηση του ρωσόφιλου Κατάρ (βλ. ΝΥΤ, 17/7). Προηγούμενα, η Σαουδική Αραβία είχε συνάψει ανάλογη συμφωνία με Τουρκία και Κατάρ για την ενίσχυση συγκεκριμένων δυνάμεων των ανταρτών μέσα στη Συρία, και συγκεκριμένα των δυνάμεων του ριζοσπαστικού Ισλάμ Αράρ ας-Σαμ, Γιάις αλ-Ισλάμ και Μετώπου αλ-Νούσρα, δηλαδή της πάντα ρωσόδουλης Αλ Κάιντα (βλ. El Pais, 27/7). Η συμφιλίωση Δύσης-Ιράν προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις και στη γειτονική Τουρκία, αναγκάζοντας την ισλαμο-εθνικιστική ηγεσία της, που είναι γενικά αντι-Άσαντ και αντι-Ιράκ, να μπει λίγο βαθύτερα στην παγίδα που ετοίμασε η ρωσική υπερδύναμη σε συνεργασία με το φίλο της Ομπάμα για να εγκλωβίσει τις εχθρικές σ’ αυτήν δυνάμεις, παγίδα που ακούει στο όνομα ISIS σαν δήθεν παγκόσμια απειλή που υποτίθεται κάνει αναγκαία μια ρωσο-δυτική συμμαχία για την “καταπολέμησή” του.
Σ’ αυτό συνέβαλαν αποφασιστικά οι ίδιοι οι προβοκάτορες-δολοφόνοι του ISIS με την απρόκλητη πολύνεκρη επίθεση αυτοκτονίας τους στη συνοριακή τουρκική πόλη Σουρούτς και την επίθεση σε συνοριακό φυλάκιο της επαρχίας Κιλίς, που οδήγησαν την Άγκυρα στην ανάληψη στρατιωτικής δράσης εναντίον τους στη Συρία (βλ. ΝΥΤ, 23/7) και την ταυτόχρονη άδεια για χρήση της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ από τον αμερικανικό στρατό για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεών του κατά του ISIS. Ποιο κίνημα με μόνο 30.000 ενόπλους, όπως ο ISIS που θέλει να ελέγξει με αυτούς δυο χώρες (Συρία, Ιράκ) θα ήθελε να κάνει εχθρό της μια περιφερειακή μεγάλη δύναμη σαν την Τουρκία; Το συμφέρον αυτό το έχει η μόνο η πουτινική Ρωσία. Απόδειξη ότι άνοιξε ταυτόχρονα και ξανά για την Άγκυρα το μέτωπο με τους σοσιαλφασίστες του ανοιχτά ρωσόφιλου κουρδικού ΡΚΚ, κι αυτό με πρόκληση από το ίδιο το ΡΚΚ που επιτέθηκε με παγιδευμένο όχημα στην επαρχία Ντιγιαρμπακίρ σαν αντίποινα για την αναπόδεικτη και κατά τη γνώμη μας ανύπαρκτη συνεργασία της τουρκικής κυβέρνησης με τους τζιχαντιστές. Η Τουρκία απάντησε με βομβαρδισμούς των βάσεων του ΡΚΚ μέσα στο ιρακινό Κουρδιστάν, δυσχεραίνοντας έτσι την ήδη λεπτή θέση του δυτικόφιλου κούρδου ηγέτη του Ιράκ Μασούντ Μπαρζανί. Η στιγμή είναι ιδανική για την αποσταθεροποίηση και διπλωματική απομόνωση της Τουρκίας καθώς η πολιτική κρίση μαίνεται στο εσωτερικό της χώρας, με το αδυνατισμένο ΑΚΡ να αναζητά συμμάχους για την κυβέρνηση, και τον φιλο-Γκιουλέν και ρωσόφιλο ηγέτη Κιλιτζάρογλου του κεμαλικού στη βάση του CHP να καραδοκεί στη γωνία περιμένοντας μία λάθος κίνηση. Το νόημα της κουρδικής πρόκλησης είναι μια ακόμα προσπάθεια να μπει σφήνα στις σχέσεις του τουρκικού εθνικισμού με τη Δύση που, βλακωδώς, θεωρεί το ΡΚΚ σύμμαχο στον αγώνα κατά των κανίβαλων τζιχαντιστών του ISIS με την ολόψυχη συμπαράσταση των νέων χίτλερ.